Μοντάζ - Τι κόσμος είναι αυτός

Παρασκευή 5 Αυγούστου 2011

Χρονολόγιο: Εργατικοί και κοινωνικοί αγώωνες στην Ελλάδα

http://stekiantipnoia.squat.gr/files/2011/05/xronologio-1834-2010.pdf

Κυριακή 17 Ιουλίου 2011

Μόνο ένα πράγμα έχει σημασία

Είσαι μεγάλος, ανθρωπάκο, όταν δεν είσαι κακός και μικρόψυχος. To μεγαλείο σου είναι η μοναδική ελπίδα που μας απόμεινε. Είσαι μεγάλος όταν αγαπάς ιη δουλειά σου, όταν απολαμβάνεις το σκάλισμα, το χτίσιμο,τη ζωγραφική, το όργωμα και χο θέρισμα, το γαλάζιο ουρανό, ια ελάφια και ιη δροσιά νου πρωινού, τη μου-σική και το χορό, την ανατροφή των παιδιών σου και την ομορφιά στο κορμί της ή του συζύγου σον όταν πας στο πλανητάριο να μελετήσεις τα αστέρια, στη βιβλιοθήκη να διαβάσεις τις σκέψεις που έκαναν άλλοι, άντρες και γυναίκες, για τη ζωή. Είσαι μεγάλος όταν το εγγόνι σου κάθεται στα πόδια σου και του μιλάς για ια χρόνια τα παλιά κι ατενίζεις το αβέβαιο μέλλον μέσα από την τρυφερή, παιδιάστικη περιέργειά του. Είσαι μεγάλη, μητέρα, όταν νανουρίζεις το μωρό σον όταν προσεύχεσαι με λαχτάρα, με δάκρυα στα μάτια, να 'χει ευτυχισμένο μέλλον κι όταν, ώρα την ώρα, χρόνο το χρόνο, χτίζεις τούτη την ευτυχία στο παιδί σου.
Είσαι μεγάλος, ανθρωπάκο, όταν τραγουδάς τα όμορφα, τρυφερά λαϊκά σου τραγούδια, ή όταν χορεύεις παλιούς χορούς στους ήχους του ακορντεόν γιατί τα λαϊκά τραγούδια κάνουν καλό στην ψυχή κι είναι τα ίδια σε όλον τον κόσμο. Κι είσαι μεγάλος όταν λες στο φίλο σου:
«Ευχαριστώ τη μοίρα μου που κατόρθωσα κι έζησα τη ζωή μου ελεύθερος από τη βρωμιά και την απληστία, που βλέπω τα παιδιά μου να προκόβουν που τα άκουσα να ψελλίζουν τα πρώτα τους λογάκια κι είδα να μαθαίνουν να χρησιμοποιούν τα χεράκια τους, να κάνουν τα πρώτα τους βήματα, να παίζουν, να κάνουν ερωτήσεις, να γελούν και να ερωτεύονται- που μπόρεσα να διατηρήσω, μ' όλη της την ελευθερία και την αγνότητά της, την ευαισθησία μου στην άνοιξη και το απαλό αεράκι, στο κελάρυσμα του ρυακιού που περνά κοντά από το σπίτι μου και στο κελάηδισμα των πουλιών στα δάση-που δε συμμετείχα στα κουτσομπολιά των μοχθηρών γειτόνων μου που έζησα τη χαρά στην αγκαλιά της ή του συζύγου μου και ένιωσα τη ζωή να κυλάει στο σώμα μου, που δεν έχασα το δρόμο μου στους δύσκολους καιρούς και που η ζωή μου είχε νόημα και συνέχεια. Γιατί πάντα άκουγα την τρυφερή φωνή μέσα μου που έλεγε, "Μόνο ένα πράγμα έχει σημασία: ζήσε μια γεμάτη, ευτυχισμένη ζωή. Κάνε αυτό που σου λέει η καρδιά σου, ακόμα κι αν σε βγάλει σε μονοπάτια που οι αδύναμες ψυχές αποφεύγουν. Ακόμα κι όταν η ζωή είναι μαρτύριο, μην την αφήνεις να σε σκληραίνει"».
Όταν τα ήρεμα βραδάκια μετά τη δουλειά κάθομαι στο λιβάδι, μπροστά στο σπίτι μου, με την αγαπημένη μου ή το παιδί μου και νιώθω την ανάσα της φύσης, τότε ένα αγαπημένο μου τραγούδι ηχεί μέσα μου, TO τραγούδι της ανθρωπότητας και του μέλλοντός της: «Seid umschlungen, Millionen...» Τότε εκλιπαρώ τούτη τη ζωή να διεκδικήσει ια δικαιώματά της και να αλλάξει τις καρδιές των σκληρών Λ φοβισμένων ανθρώπων που εξαπολύουν πολέμους. To κάνουν μόνο και μόνο επειδή η ζωή τούς διαφεύγει. Σφίγγω στην αγκαλιά μου το αγοράκι μου, που μου λέει, «Μπαμπά! Ο ήλιος έφυγε. Πού πήγε ο ήλιος; Θα γυρίσει γρήγορα;» κι εγώ του λέω, «Ναι, αγόρι μου, ο ήλιος θα γυρίσει γρήγορα για να μας φέρει τη γλυκιά ζεστασιά του».

Απόσπασμα από το βιβλίο του Βίλχεμ Ράιχ, Άκου Ανθρωπάκο

Σουδάν

Σουδάν, μια πλούσια χώρα. Και όπως όλες οι χώ-ρες του Τρίτου Κόσμου, με πάμφτωχους κατοίκους. Μία απ' τις δέκα περίπου οτον κόσμο με εμπάργκο, προκειμένου η Δύση να τις υποτάξει στους δικούς της οικονομικούς όρους. Όσο για τους αυτόχθονες αυτής της χώρας, αλλά και ολόκληρης της αφρικανικής ηπείρου, έχουν εκπονηθεί μελέτες, που προβλέττουν ότι αυτοί θα αφανιστούν από πείνα, αρρώστιες, εμφυλίους πολέμους.
Ελοβέιτ. Ήρθε πριν ο μικρός του ξενοδοχείου και έφερε ένα μπιτόνι κρύο νερό για το μπάνιο. Είχαμε ξεκινήσει με την Αλίθια για το Νταρφούρ, δυτικά του Σουδάν. Μας είπαν ότι εκεϊ οι άνθρωποι είναι ευτυχισμένοι, γιατί βρέχει και η γη είναι καταπράσινη. Όμως δεν υπήρχε τόσος χρόνος. Έτσι φτάσαμε μέχρι αυτή την πόλη, στα μισά της διαδρομής, και όπως κάθε πρωί, ετοιμαζόμαστε να περιπλανηθούμε στους δρόμους της.
Μας έφεραν τα βήματά μας σ' ένα μικρό, ειδικό νοσοκομείο. To προσωπικό αφιερωμένο οτην ανακούφιση του συνανθρώπου και ασθενείς μικρά παιδιά, σαν αυτά που γνωρίζουμε, χρόνια τώρα, από την κοντινή τους Μπιάφρα. Φτάσανε σ' αυτό το σημείο, μας είπε ο γιατρός, μετά από αλλεπάλληλες αρρώστιες που δεν μπόρεσαν να αντιμετωπιστούν εγκαίρως, λόγω της έλλειψης φαρμάκων. Μας δείχνει ένα παιδί, που περιεργάζεται αργά ένα μπισκότο. Μετά από πολυήμερες προσπάθειες, άρχισε να δείχνει ενδιαφέρον για τροφή. Τα κοιτάω και αισθάνομαι άβολα, σχεδόν ντροπή, γιατί μόνος μου ζυγίζω όσο όλα αυτά τα παιδιά μαζί.
Φεύγουμε. Κάποιος λίγο πιο κάτω μας πιάνει κουβέντα. Διηγείται μια ιστορία.
«Πριν λίγα χρόνια, όταν στη γειτονική Κένυα ανατινάχτηκε η πρεσβεία τους, βρήκαν την αφορμή οι Αμερικάνοι και δήθεν για αντεκδίκηση, κάνανε αεροπορική επιδρομή στη χώρα μας. Αυτό που βομβάρδισαν και ισοπέδωσαν ολοκληρωτικά ήταν το εργοστάσιό μας στο Χαρτούμ, που κατασκεύαζε ντόπια φάρμακα, πιο φτηνά από τα δικά τους. Πλήρωσαν μια μικρή αποζημίωση και το εργοστάσιο δεν μηόρεσε να ξαναχτιστεί. Κάτι σαν αναγκαστικό συμβόλαιο, όπως ακριβώς κάνανε στην άγρια Δύση και όπως συνεχίζουν να κάνουν μέχρι σήμερα». Αυτά είπε κι απομακρύνθηκε.
Έχουμε φτάσει σ' ένα πλανόδιο καφενείο, στην άκρη του χωματόδρομου, κοντά στην αγορά. Μια μικρή θράκα, το κουτί με τα απαραίτητα, που είναι ταυτόχρονα τραπεζάκι και τα μικρά σκαμνάκια που καθόμαστε. Η γυναίκα που κάνει τους καφέδες μάς κάλεσε μετά για φαΐ. Κι αυτός που έχει το μαγαζί με τα παραδοσιακά εργόχειρα, πριν από λίγες μέρες επέμενε να πάμε σττίτι του και διοργάνωσε ολόκληρη εκδρομή με φορτηγό στην εξοχή. Είχαμε ακούσει κάπου, πριν έρθουμε, ότι απαγόρευσαν τον τουρισμό, γιατί λόγω της φιλοξενίας, σημειωνόταν οικονομική ζημία στη χώρα, αλλά το θεωρήσαμε τότε υπερβολή. Αυτό που βλέπουμε τώρα είναι ότι σε κάθε δρόμο, κάθε σπίτι, μας φωνάζουν έστω για ένα ποτήρι νερό.
Πώς γίνεται, σκέφτομαι, να έρχεται κανείς σε τέτοιον τόπο, με μοναδικό σκοπό να εκμεταλλευ-τεί; Να ταράξει τη γαλήνη των ανθρώπων, τη σχέση τους με τη φύση, το διπλανό. Να θέλει να τους διαβρώσει, να τους κάνει σαν κι αυτόν, άπληστους, μισάνθρωπους και τελικά να τους οδηγεί σε εμφυλίους πολέμους, προκειμένου να αποφύγει ο ίδιος τη σύγκρουση.
Χρειάστηκαν, μόνο στο Σουδάν, δύο αιματηρές εξεγέρσεις, για να αποτινάξουν το ζυγό των Εγγλέζων αποικιοκρατών. Και πόσες άλλες έγιναν και γίνονται, που γονατισαν ολόκληρη την Αφρική, με εκατομμύρια νεκρούς. Για να αντικατασταθούν πολλές φορές από τους εκάστοτε Κουίσλιγκ, τους Πινοσέτ, τους Ιγιάντ-Αλάουϊ. Ή να υποστούν οικονομικό αποκλεισμό, μέχρι να ευθυγραμμιστούν με τον τρόπο διαχείρισης της εξουσίας, που εξυπηρετεί καλύτερα τα συμφέροντα της άπληστης Δύσης. Εδώ ο εχθρός είναι καμουφλαρισμένος ή απουσιάζει. Έρχεται μόνο για να ανάψει το φυτίλι και φεύγει. Στη χώρα μας είναι μόνιμα παρών.

Απόσπασμα από το βιβλίο "Η μέρα εκείνη" του Σάββα Ξηρού

Σάββατο 16 Ιουλίου 2011

Για τις ιδιωτικοποιήσεις

Απόσπασμα από το βιβλίο του Άγγελου Καλοδούκα, "Παγκοσμιοποίηση και νεοφιλελευθερισμός":

Οι ιδιώτες καπιταλιστές αποκόμισαν νέα κέρδη μέσω της διείσδησης σε τομείς που μέχρι τότε δεν ήταν ανοιχτοί στο ιδιωτικό κεφάλαιο. Δηλαδή μέσω των αποκρατικοποιήσεων. Ο μεταπολεμικός καπιταλισμός στηρίχθηκε στη λεγόμενη «μικτή οικονομία», την ύπαρξη τεράστιων κρατικών μονοπωλίων και επιχειρήσεων ενώ ολόκληροι κλάδοι (τηλεπικοινωνίες, ηλεκτρική ενέργεια κλπ) ήσαν εκτός «ιδιωτικής πρωτοβουλίας». Οι αποκρατικοποιήσεις σήμαινε ότι ιδιωτικό κεφάλαιο μπορούσε να επενδυθεί σε αυτές τις επιχειρώ-σεις και να βρει επικερδή διέξοδο. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για απροσχημάτιστη καταλήστευση δημόσιας περιουσίας.
Α παράδειγμα της Βρετανίας, που είναι η πρώτη διδάξασα στις ιδιωτικοποιήσεις κατά τη διάρκεια της νεοφιλελεύθερης επιδρομής της δεκαετίας του 1980, είναι πολύ αποκαλυπτικό. Ενώ τα κέρδη των επιψηφίσεων γκαζιού, νερού και ηλεκτρισμού αυξάνονταν το χρόνο κατά 40% μεταξύ 1993-1995, στις ίδιες αυτές επιψηφίσεις απλού-θηκαν περίπου 70.000 εργατοϋπάλληλοι. Άλλοι 30.000 απολύθηκαν μεταξύ 1995-1998 μόνο από τη βιομηχανία γκαζιού. Οι τιμές κάθε άλλο παρά έπεσαν. Πράγματι υπήρξε μείωση στις τιμές του γκαζιού και στο ηλεκτρικό. Όμως αυτές οι μειώσεις δεν οφείλονταν στον «ανταγωνισμό», αλλά στο απλό γεγονός ότι τότε οι τιμές του πετρά-λαίου παγκόσμια είχαν γνωρίσει πτώση. Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι μειώσεις αυτές ήσαν μικρότερες από ότι σε αντίστοιχες ευρωπαϊκές χώρες, όπου δεν είχαν ακόμα ιδιωτικοποιηθεί αυτές οι επιψηφίσεις. Οι λογαριασμοί του νερού, από τότε που η παροχή του ιδιωτικοποιώ-ήθηκε το 1990, αυξήθηκαν περισσότερο από 66%. Από το 1990 με-χρι το 1995 οι ιδιωτικές ταφείς νερού στην Βρετανία πράγματα-ποίησαν κέρδη 6,5 δισ. λιρών, ποσό μεγαλύτερο από την τιμή που πληρώθηκε για την εξαγορά τους. Η αδιαφορία για τη στήριξη της υποδομής των επιψηφίσεων Κοινής Ωφέλειας (αφού για τις εταιρίες σημαίνει απλά κόστος) είναι εγκληματική. Την ίδια σάγμα που τα «δυστυχήματα» έχουν γίνει ρουτίνα στους ιδιωτικοποιημένους βρω-ταννκούς σιδηρόδρομους (τον Φλεβάρη 2000 ένα «δυστύχημα» προ-κάλεσε 15 νεκρούς) οι εταιρείες σιδηροδρόμου μειώνουν(!) το προ-σωπνκό τους που ασχολείται με τη συντήρηση του δικτύου. Και όχι μόνο αυτό, αλλά αρνήθηκαν να εφαρμόσουν ένα σύστημα που αυτό-ματα σταματάει ένα τρένο που πέρασε με κόκκινο, με τη δίκαιου-γία ότι είναι πολύ ακριβό...
Στις ΗΠΑ, στην Καλιφόρνια, ξεκίνησε στα 1996 η ιδιωτικοποιώ-ση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, με το επιχείρημα ότι μέσω του ανταγωνισμού οι τιμές θα έπεφταν. Αρχικά 300 εταιρείες εκ-δήλωσαν ενδιαφέρον. Ωστόσο, το κεφάλαιο μόνο για την αρχική επένδυση ήταν τόσο μεγάλο, που στο τέλος απέμειναν 10 μεγάλες εταιρείες. Από αυτές τρεις, «Οι Μεγάλοι Τρεις» (Pacific Α α Electric[PG&E], SoCal Edison, και η Α Diego Α α Electric), είναι ιδιοκτήτες της μεγάλης πλειοψηφίας των εργοστασίων παρά-γωγής ηλεκτρισμού της Καλιφόρνια, καθώς επίσης ελέγχουν το δη-κτυο διανομής και γραμμές μεταφοράς ηλεκτρισμού. Ήταν ακριβώς οι ίδιες ταφείς που έβγαζαν υπερκέρδη και πριν την ιδιωτικού-ηση σαν προμηθευτές του Δημοσίου! Ουσιαστικά οι τρεις έχουν δη-μιουργήσει ένα καρτέλ (συμφωνούν μεταξύ τους τόσο το ύψος της παραγωγής όσο και τις τιμές). Όμως... ανταγωνισμός υπάρχει! Μαζί με αυτό το καρτέλ συνυπάρχει επίσης και ένα άλλο καρτέλ που είναι γνωστό σαν Confederate Cartel, και αποτελείται από εταιρείες της Νότιας Καρολίνας και του Τέξας.
Με δυο Καρτέλ να ελέγχουν την αγορά ηλεκτρισμού της Κάλι-όρνια δεν ήταν καθόλου δύσκολο οι τιμές να αρχίσουν να πίαρ-νουν απότομα την ανηφόρα. Έτσι τον Ιανουάριο του 2000 οι τιμές εκτοξεύτηκαν από 3,5 σεντς στα 40 σεντς ανά κιλοβατώρα και σε «ώρες αιχμής» ακόμα και τα 1,5 δολάρια! Για να σπρώξουν τις τιμές προς τα πάνω η τακτική τους είναι καθαρά εκβιαστική. Συνεχής δια-κοπές ρεύματος και απειλές πτώχευσης. Οι συνεχής διακοπές έχουν ε7ΐηρεάσει σοβαρά τη ζωή των πολιτών. Σε γκάλοπ της Sacramento Α το 57% θεωρεί τις διακοπές ρεύματος εκβιασμό των ασαφειών για να αυξηθούν και άλλο οι λογαριασμοί ρεύματος.
Στην Ελλάδα οι αποκρατικοποιήσεις αποτελούν ένα πελώριο σκάνδαλο. Πρόκειται για παραχώρηση σε ιδιώτες μεγαλοκοπέλα-λιστές «εκλεκτών φιλέτων αντί πινακίου φακής». Οι Δημόσιες επί-χεριάσεις που δημιουργήθηκαν από τα χρήματα των εργαζομένων εδώ και δεκαετίες, είναι και οι μεγαλύτερες και οι πλέον κερδώο-ρες της ελληνικής οικονομίας. Από τις 20 μεγαλύτερες επιχειρήσεις του ελληνικού Χρηματιστηρίου στα τέλη της δεκαετίας του 1990. με βάση τη συνολική τους αξία, οι εννέα ατόφιες ήταν υπό Κρο-τικό έλεγχο. Αυτές τις γιγάντιες επιψηφίσεις δεν τις δημιούργησαν τα ιδιωτικά αρπαχτικά, αλλά ο ιδρώτας του ελληνικού λαού. Ενώ η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στην παραοικονομία και την φρύδια-φυγή στην Ευρώ7ΐη (σε ποσοστό 40% του ΑΕΠ), οι μισθωτοί και οι φτωχοί αγρότες συνεισφέρουν, τόσο με τους άμεσους φόρους όσο και μέσω των "εμμέσων φόρων" (φόροι σε καταναλωτικά προϊόντα ευρείας λαϊκής κατανάλωσης), τα έσοδα των κρατικών προεπιλογή-σμών που δημιούργησαν τις κρατικές επιψηφίσεις. Αν υπολογιστεί ο ΦΠΑ (στα τρόφιμα είναι 8%, ενώ σε άλλα είδη φτάνει το 18%), και οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης, τότε με τις πλέον μετριοπαθείς έκτη-μήσεις και τα χαμηλότερα ακόμα εισοδήματα φορολογούνται με 12-15%! Από τις 2.500.000 δρχ. του ετήσιου εισοδήματος ενός χαμηλό-μισθου πάνω από 300.000 θα πάνε σε φόρους. Από μια ετήσια αγρό-τική σύνταξη των 700.000 δρχ., τουλάχιστον οι 100.000 θα «φάγω-θύον» σε φόρους. Με αυτόν τον τρόπο, επί δεκαετίες, δημιουργηθεί-καν οι Δημόσιες επιψηφίσεις που με τόση ευκολία (και σε ξευτίλα-στικές τιμές) ξεπουλιούνται.
Ήδη το κόστος των αποκρατικοποιήσεων το έχουν φορτωθεί οι εργαζόμενοι και με το παραπάνω. Από το 1996, που άρχισε να ίδιο-τικοποιείται ο ΟΤΕ, οι εργαζόμενοι μέχρι το 2000 έχουν επιβάρυνε-θεί με αυξήσεις κατά 200% των τιμολογίων της αστικής μονάδας του ΟΤΕ.

Τρίτη 12 Ιουλίου 2011

Μηλιος: Οι προτασεις της αριστερας

αα


αα

Τρίτη 21 Ιουνίου 2011

Ένας 22χρονος σε κίνδυνο - μπορείς να βοηθήσεις

Ο Ανδρέας, είναι 22 ετών και φοιτητής στο Τμήμα Εφαρμοσμένων Μαθηματικών του Ε.Μ.Π. Πριν λίγο καιρό οι γιατροί διέγνωσαν ότι πάσχει από «δεσμοπλαστικό όγκο από μικρά κύτταρα», μια σπάνια και πολύ σοβαρή ασθένεια, που πλήτει άρρενες σε εφηβική και νεανική ηλικία.

Ο Ανδρέας πρέπει άμεσα να υποβληθεί σε θεραπεία και χειρουργική αντιμετώπιση, η οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο στο εξωτερικό (Νοσοκομεία Memorial, ΗΠΑ), το αργότερο μέχρι τέλος Ιουνίου 2011. Το κόστος της διαμονής και νοσηλείων ξεπερνά τις 250.000 ευρώ.

Δεδομένων των δύσκολων οικονομικών συγκυριών για την ελληνική κοινωνία, απαιτείται η συνδρομή όλων σε αυτή την προσπάθεια ζωής. Η παραμικρή προσφορά θα είναι πολύτιμη και μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να σωθεί η ζωή του Ανδρέα, κάτι που χωρίς τη δική μας βοήθεια μοιάζει με θαύμα.

Ελπίζοντας ότι η επίκληση στα βαθιά ανθρωπιστικά αισθήματα θα βρει τη δέουσα ανταπόκριση, η οικογένεια του νεαρού Ανδρέα ζητά από όλους μας, να προσφέρουμε ο καθένας με όποιο ποσό μπορούμε.

Για δωρεές:
Αριθμός λογαριασμού: 891/601260-44, Εθνική Τράπεζα
Όνομα Δικαιούχου: Ραικόφτσαλη Πηνελόπη
IBAN Λογαριασμού: GR3501108910000089160126044
Δ.SWIFT ΤΡΑΠΕΖΑΣ (BIC) ETHNGRAA

Περισσότερες πληροφορίες στο e-mail: raik2151@gmail.com


Πέμπτη 14 Απριλίου 2011

Να διαβάσουμε τον Αλτουσέρ! (Για το Μαρξισμό)

Να διαβάσουμε τον Αλτουσέρ…

Μέρος 1ο
Το κείμενο αυτό φιλοδοξεί να πραγματοποιήσει μία σύντομη, απλή και ακριβή στο μέτρο του δυνατού, περιήγηση στις σπουδαιότερες πτυχές του έργου αυτού του σπουδαίου μαρξιστή φιλοσόφου που ονομάζεται Λουί Αλτουσέρ. Αναμφισβήτητα, η θεωρητική του προβληματική ήταν εξαιρετικά πρωτοποριακή και η πλέον καθοριστική για την ανανέωση και την παραγωγική ανάπτυξη της μαρξιστικής θεωρίας στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, πάντα συγκρουόμενη σκληρά με τα άλλα ρεύματα του μαρξισμού. Εδώ λοιπόν ισχυριζόμαστε ότι ο Αλτουσέρ συνιστά μεταπολεμικά, το σημαντικότερο μαρξιστή στοχαστή.
Την παραπάνω θέση θα επιχειρήσουμε να στηρίξουμε στο χώρο αυτό, καταγράφοντας τις πιο θεμελιώδεις αλτουσεριανές συντεταγμένες και τους βασικούς κόμβους της σκέψης του, αναδεικνύοντας έτσι την βαρυσήμαντη συνεισφορά του θεωρητικού του ρεύματος στο μαρξισμό.

Βιογραφική παρέκβαση
Ο Λουί Αλτουσέρ γεννήθηκε στις 16 Οκτωβρίου 1918 στο Birmandreis της Αλγερίας. Το 1939 πετυχαίνει στο διαγωνισμό εισαγωγής στην Ecole Normale Superieure (ENS), όμως το Σεπτέμβρη της ίδιας χρονιάς συλλαμβάνεται από επέλαση γερμανικών στρατευμάτων και θα παραμείνει πέντε χρόνια σε στρατόπεδο αιχμαλώτων στη Γερμανία.
Το 1950 ο Αλτουσέρ γίνεται μέλος του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΓ), ένα από τα μαζικότερα ΚΚ της Ευρώπης την εποχή εκείνη. Έχοντας ήδη αποποιηθεί της έντονης καθολικής διαπαιδαγώγησης που είχε ως νεαρός (πριν τον πόλεμο ήταν μέλος της Action Catholique), εντάσσεται στo ΚΚΓ, θεωρώντας πως είναι το αποτελεσματικότερο όχημα ανατροπής του γαλλικού καπιταλιστικού κράτους, εξαιτίας της ιστορικής του αναφοράς και της μαζικής κοινωνικής του εκπροσώπησης1.
Ταυτόχρονα όμως, ασκεί ιδιαίτερα σκληρή κριτική στο σοβιετικό μαρξισμό, φορέας του οποίου είναι και το εν λόγω κόμμα, και αναπτύσσει μία στρατηγική ανατροπής της προβληματικής θεωρίας στους κόλπους του κόμματος, μια που αντιλαμβάνεται πως η θεωρία του πολιτικού επαναστατικού υποκειμένου είναι ο αδύναμος κρίκος ολόκληρης της πολιτικής του δράσης και παρέμβασης, (ευθυγραμμιζόμενος με τη χαρακτηριστική λενινιστική ρήση «χωρίς επαναστατική θεωρία, δεν μπορεί να υπάρξει επαναστατική δράση») Διαμορφώνει μία ολόκληρη ομάδα διανοουμένων και θεωρητικών μελών του ΚΚΓ, που προσανατολίζεται στην ανασυγκρότηση του μαρξισμού σε μια σειρά από επιστημονικά πεδία (ο Ετιέν Μπαλιμπάρ στη φιλοσοφία, ο Πιερ Μασρέ στη θεωρία της λογοτεχνίας, ο Νίκος Πουλαντζάς στο πεδίο κράτος-πολιτική, ο Τορ στην ψυχανάλυση, ο Σαρλ Μπετελέμ στην οικονομία, οι Μποντλό και Εσταμπλέ στην εκπαίδευση, ο Λινάρ για ζητήματα εργατικού κινήματος)2. «Δομικός (ή στρουκτουραλιστικός) μαρξισμός» αποκαλούνται κωδικοποιημένα οι θεωρητικές αρχές εργασίας του Αλτουσέρ και της ομάδας του, μία διακριτή και μοναδική τάση μέσα σε όλο το πλέγμα του δυτικού μαρξισμού3.
Ο Αλτουσέρ στα τελευταία χρόνια της ζωής του πάσχει από μανιοκατάθλιψη και το 1980, ύστερα από μία μικρή περίοδο εισαγωγής του σε νοσοκομείο, θα στραγγαλίσει την επί 34 χρόνια σύντροφό του Ελέν Ριτμάν μέσα στο σπίτι τους, χωρίς να έχει ουσιαστικά συναίσθηση των πράξεών του. Επί μία δεκαετία παθαίνει διαρκώς κρίσεις κατάθλιψης, όταν τελικά στις 16 Οκτώβρη του 1990 πεθαίνει από καρδιακή προσβολή4. Είναι η χρονιά που λαμβάνει οριστικά τέλος η θεωρητική διαδρομή ενός πολύ μεγάλου αριστερού διανοουμένου.
Στη συνέχεια, προσπαθούμε να σταχυολογήσουμε – χωρίς ιεράρχηση σπουδαιότητας – τις σημαντικότερες όψεις του αλτουσεριανού θεωρητικού οικοδομήματος.

Η προτεραιότητα της δομής
Αποτελεί την καταστατική θέση του θεωρητικού συστήματος του Λουί Αλτουσέρ, του δομικού μαρξισμού. Πρόκειται για τη θέση ότι μία δομή έχει πάντα την προτεραιότητα πάνω στα άτομα τα οποία εντάσσονται σε αυτήν. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ένας καπιταλιστικός κοινωνικός σχηματισμός ή διαφορετικά μία ταξική, δηλαδή εκμεταλλευτική κοινωνική δομή, συγκροτεί και καθορίζει αποφασιστικά τα άτομα που ανήκουν σε αυτήν. Θα μπορούσαμε να πούμε με κάπως φιλοσοφικούς όρους πως τα υποκείμενα δεν προϋπάρχουν μιας κοινωνικής δομής. Αντιθέτως, συνιστούν οργανικά τμήματα και λειτουργικά μέρη ενός καλά ρυθμισμένου συστήματος, η ένταξη στο οποίο επιτελεί μακροσκοπικά κάποια διακριτό ρόλο στην αναπαραγωγή της φύσης του. Για παράδειγμα, στον καπιταλισμό, θα αναφερόμασταν στην αναπαραγωγή της αστικής ταξικής κυριαρχίας, του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής (απόσπαση υπεραξίας, δηλαδή) και κατά συνέπεια του εκμεταλλευτικού χαρακτήρα του συγκεκριμένου κοινωνικού συστήματος.
Με άξονα αναφοράς αυτήν την συντακτική θεωρητική χειρονομία, ο Αλτουσέρ θα συγκρουστεί με τις θεωρίες περί ανθρώπινης ουσίας που πρυτάνευαν μέχρι τότε στη μαρξιστική σκέψη. Στο πεδίο αυτό αναπτύσσει άλλωστε και την κύρια αντιπαράθεσή του με τη φιλοσοφία του Χέγκελ και κατ’ επέκταση του Φόυερμπαχ. Θα διατυπώσει λοιπόν, τη θέση ότι δεν υπάρχει κάποια απόλυτη και καθολική ανθρώπινη ουσία, κάποιο υπερβατολογικό «Όλο» το οποίο ο άνθρωπος ενσαρκώνει ή στοχεύει να ιδιοποιηθεί. Δεν υπάρχει μία διαχρονική και αναλλοίωτη απόλυτη Ιδέα που αποτελεί το Είναι ή την Αλήθεια του ανθρώπου, από την οποία όμως ο ίδιος έχει αλλοτριωθεί, ζώντας σε μία εξουσιαστική κοινωνία. Απορρίπτει έτσι, τη άποψη του νεαρού Μαρξ ότι η πραγματικότητα, ως συνάρθρωση υποκειμένων, είναι η αλλοτριωμένη προβολή-αντικειμενοποίηση της ανθρώπινης ουσίας (άποψη με ξεκάθαρες φιλοσοφικές καταβολές στο Φόυερμπαχ).
Ο Αλτουσέρ θα αντιτάξει απέναντι σε αυτήν την ουσιοκρατική/ ανθρωπολογική προοπτική μία θέση για τον άνθρωπο, που είναι η απόληξη της προαναφερθείσας πρωταρχικότητας της δομής πάνω στα υποκείμενα. Ισχυρίζεται ότι αυτό που αποκαλείται «ανθρώπινη ουσία» δεν είναι άλλα παρά η συμπύκνωση του συνόλου των κοινωνικών σχέσεων που διέπουν τις κοινωνικές συνθήκες ύπαρξής του. Είναι με άλλα λόγια το προϊόν μιας ιστορικής εξέλιξης, ενός ορισμένου τρόπου οργάνωσης της παραγωγής στο πλαίσιο καθορισμένων κοινωνικών (εξουσιαστικών) σχέσεων, το εξειδικευμένο υλικό αποτέλεσμα της πάλης των τάξεων5.
Αφού προσπαθήσαμε να αναδείξουμε την προτεραιότητα δομής πάνω στο άτομο και τη συνέπειά αυτής για τον ορισμό του ανθρωπίνου Είναι, πρέπει να προβούμε περεταίρω σε μερικές διασαφήσεις στην αλτουσεριανή ιδιαιτερότητα της έννοιας της δομής. Το αστικό κράτος, η πολιτική συμπύκνωση των επί μέρους κοινωνικών, ιδεολογικών, οικονομικών, εκμεταλλευτικών, ταξικών πρακτικών της άρχουσας τάξης εντός των ορίων ενός κοινωνικού σχηματισμού, είναι για τον Αλτουσέρ μία σύνθετη, δομημένη, αρθρωμένη και έκκεντρη «Ολότητα». Πρόκειται για μία δομή, η οποία έχει δεσπόζουσα, με το δεσπόζον στοιχείο να μην είναι μια για πάντα καθορισμένο, προδεδομένο, αλλά μεταβάλλεται ανά περιόδους, ανάλογα με τους συσχετισμούς δυνάμεων και τη φάση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Είναι δεσπόζον γιατί αυτό αναδεικνύεται την εκάστοτε συγκυρία ως το πλέον σημαντικό για την αναπαραγωγή της κυριαρχίας της αστικής τάξης (άλλοτε είναι το σχολείο, τα ΜΜΕ, άλλοτε πάλι ο στρατός). Αναφαίνεται ανάγλυφα το γεγονός ότι το κέντρο αυτής της δομής είναι διαρκώς μετατιθέμενο(αν ως κέντρο θεωρηθεί ο κάθε φορά κύριος μηχανισμός του κράτους). Επιπλέον, αυτή η δομή διαθέτει έναν προσδιορισμό, που επικαθορίζει όλα τα υπόλοιπά της στοιχεία, αλλά μόνο σε τελευταία ανάλυση, δηλαδή ως ύστατη και πολλαπλά διαμεσολαβημένη αναγωγιμότητα, και αυτή είναι η οικονομική βάση (παραγωγικές σχέσεις). Τέλος, αναφέρεται σε ένα αρθρωμένο σύνολο, διότι το κάθε του στοιχείο αν και φέρει αυτό τον σε τελευταία ανάλυση προσδιορισμό, έχει μια σχετική αυτονομία από αυτόν6.
Η αλτουσεριανή αυτή τοπολογία της δομής με δεσπόζουσα, μετατιθέμενο κέντρο και με προσδιορισμό σε τελική ανάλυση, έρχεται παράλληλα και ως απάντηση στα οικονομίστικα μαρξιστικά ρεύματα που αντιλαμβανόντουσαν το αστικό κράτος χωρισμένο απλά στη βάση (οικονομία) και το εποικοδόμημα, με το τελευταίο να αποτελεί απλή αντανάκλαση της βάσης, χωρίς καμία αυτονομία. Παρακάτω, πραγματευόμαστε εκτενέστερα τη θεωρητική πάλη που διεξήγαγε ο Αλτουσέρ ενάντια στον οικονομισμό.

Η πρωτοκαθεδρία των σχέσεων παραγωγής
πάνω στις παραγωγικές δυνάμεις
Στο σημείο αυτό αναφερόμαστε κατά κύριο λόγο στον πρόλογο που έγραψε ο Αλτουσέρ για τη δεύτερη έκδοση του βιβλίου της Μάρτα Χάρνεκερ «Βασικές έννοιες του ιστορικού υλισμού»7. Διαβάζουμε λοιπόν ότι ο Μαρξ θεμελίωσε την επιστήμη του (τον ιστορικό υλισμό) και τη φιλοσοφία του (διαλεκτικό υλισμό) κεντροθετημένη γύρω από την κατηγορία της πάλης των τάξεων.
Γνωρίζουμε πολύ καλά από τους κλασικούς του μαρξισμού ότι το κεφάλαιο συνιστά μία κοινωνική σχέση. Αυτή η σχέση δεν είναι κάτι άλλο παρά εξουσιαστική και εκμεταλλευτική. Η ειδική σχέση παραγωγής που χαρακτηρίζει τον καπιταλισμό είναι η απόσπαση της υπεραξίας από την εργατική τάξη. Εκεί λοιπόν, στην παραγωγική διαδικασία και στις εκμεταλλευτικές παραγωγικές σχέσεις ανάγεται η ταξική διάρθρωση της αστικής κοινωνίας και η πάλη των τάξεων.
Έχει πολύ μεγάλη σημασία να τονίσουμε εδώ, ότι οι κοινωνικές τάξεις δεν προϋπάρχουν της πάλης των τάξεων, αλλά αντιθέτως η ύπαρξη των τάξεων ταυτίζεται με την ταξική πάλη, τους ασυμφιλίωτους και ανειρήνευτους ταξικούς αγώνες.
Προϋπόθεση της ταξικής εκμετάλλευσης-απόσπασης υπεραξίας, είναι η κατοχή των μέσων παραγωγής από τους κεφαλαιοκράτες, που ουσιαστικά εξωθεί την εργατική τάξη να μην κατέχει τίποτα πέρα από την εργατική της δύναμη, την οποία και πουλά, μια που είναι εμπόρευμα. Αυτός είναι επομένως ο πυρήνας των αστικών σχέσεων παραγωγής.
Εξαντλούμε την έννοια των παραγωγικών σχέσεων γιατί θεωρούμε πως είναι το «κλειδί» για την εις βάθος θεωρητική αποδόμηση του οικονομισμού (κυρίαρχο χαρακτηριστικό του μαζικότερου θεωρητικού μαρξιστικού ρεύματος, του σοβιετικού μαρξισμού). Και αυτή χρεώνεται κατά την άποψή μας, σχεδόν αποκλειστικά στον Αλτουσέρ. Η καθοριστική συνεισφορά του στον τομέα αυτόν έγκειται στο ότι έδειξε πως στην ενότητα των παραγωγικών δυνάμεων και παραγωγικών σχέσεων, η αδιαφιλονίκητη πρωτοκαθεδρία ανήκει στις παραγωγικές σχέσεις.
Ας παρακολουθήσουμε όμως, μέσα από το άρθρο του ιδίου, τη σκέψη του:
«Οι παραγωγικές δυνάμεις μπήκαν σε κίνηση μέσα στη διαδικασία εργασίας, κάτω από την κυριαρχία των σχέσεων παραγωγής, που καθορίζονται σα σχέσεις εκμετάλλευσης. Το ότι υπάρχουν εργάτες, σημαίνει πως είναι μισθωτοί, επομένως εκμεταλλευόμενοι».
Και παρακάτω:
«Οι βάσεις και οι διαδοχικές μορφές στην οργάνωση της παραγωγικής διαδικασίας…δεν ήταν άλλο από τις βάσεις και τις διαδοχικές μορφές της υλικής και ιστορικής ύπαρξης των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Αυτό που συμβαίνει πραγματικά είναι η τάση ενοποίησης, των υλικών μορφών ύπαρξης παραγωγικών δυνάμεων και σχέσεων παραγωγής, υπό την κυριαρχία των σχέσεων παραγωγής».
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι κοινωνικές σχέσεις παραγωγής υπαγορεύουν τη διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαίου (τη συσσώρευση κεφαλαίου), σα χιονοστιβάδα ολοένα μεγαλύτερης απόσπασης υπεραξίας, αφού, όπως έδειξε ο Μαρξ, το μέσο ποσοστού κέρδους έχει την τάση σε βάθος χρόνου να σημειώνει σταδιακή πτώση, κάτω από την επίδραση και της πάλης των τάξεων (οι εργατικοί αγώνες για υψηλότερους μισθούς, για μείωση του εργάσιμου χρόνου της μέρας, κλπ).
Συνοψίζοντας, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι οι παραγωγικές δυνάμεις είναι το υλικό αποκρυστάλλωμα των δεδομένων παραγωγικών σχέσεων. Είναι διαφορετικά, το μέσο με το οποίο υλοποιείται η απόσπαση υπεραξίας, ο μοχλός άσκησης της εκμετάλλευσης και της υπαγωγής της εργατικής τάξης στο κεφάλαιο.
Αυτή είναι κατά τη γνώμη μας και η πιο αποτελεσματική κριτική του οικονομισμού του σοβιετικού μαρξισμού, που θεωρούσε ότι οι παραγωγικές δυνάμεις κατέχουν τα πρωτεία έναντι των σχέσεων παραγωγής και τα τεχνολογικά επιτεύγματα και άρα η βελτίωση των παραγωγικών μέσων ακολουθούν μία ευθύγραμμη και ανεξάρτητη από τις κοινωνικές συνθήκες ανάπτυξη. Μάλιστα, αυτή θα έρθει κάποια στιγμή σε τέτοια σφοδρή αντίθεση με τις υφιστάμενες σχέσεις παραγωγής, οπότε πλέον θα είναι αναπόφευκτο το πέρασμα σε «σοσιαλιστικές» (συλλογικές) παραγωγικές σχέσεις. Αυτό το αμάλγαμα οικονομισμού και παραγωγισμού, ονομάστηκε από το Στάλιν ως ο «νόμος της αναγκαίας αντιστοιχίας».
Ένα ιστορικό παράδειγμα ίσως διαφωτίσει τον θέση του Αλτουσέρ. Ο ταιηλορισμός (ως ιστορική μορφή οργάνωσης της παραγωγικής διαδικασίας) και ο φορντισμός (η εισαγωγή της αλυσίδας παραγωγής στο εργοστάσιο) είναι η ιστορική απάντηση της αστικής τάξης στην άνοδο των εργατικών διεκδικήσεων των αρχών του 20ου αιώνα, στο λυκόφως του καπιταλισμού της σχετικής υπεραξίας. Η μαζική εφαρμογή του συγκεκριμένου παραγωγικού μέσου, δεν υπαγορευόταν από κάποιον άλλο λόγο, πέρα από την αναγκαιότητα για αντιστάθμιση της πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους, δηλαδή την αναπαραγωγή των εκμεταλλευτικών παραγωγικών σχέσεων. Αν δεν ήταν η παραγωγική σχέση (η ταξική πάλη εντέλει) πώς μπορεί να εγγυηθεί κανείς ότι η τεχνολογία, η επιστήμη και τα μέσα παραγωγής θα είχαν γνωρίσει αυτήν την τροχιά ανάπτυξης;

Θεωρητικός Αντιανθρωπισμός
Στο οπισθόφυλλο της ελληνικής έκδοσης του βιβλίου του Αλτουσέρ, «Για τον Μαρξ», διαβάζουμε:
«Ολόκληρη η μαρξιστική παράδοση όμως απέφυγε να χαρακτηρίσει το μαρξισμό σαν ανθρωπισμό. Γιατί; Επειδή πρακτικά, δηλαδή στα γεγονότα, τη λέξη ανθρωπισμός την εκμεταλλεύεται η αστική ιδεολογία, και τη χρησιμοποιεί για να καταπολεμήσει, δηλαδή να σκοτώσει, μιαν άλλη, αληθινή και για το προλεταριάτο ζωτική λέξη: την ταξική πάλη.»
Ο όρος «θεωρητικός αντιανθρωπισμός» ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων και προκάλεσε τη μήνη και τις λυσσαλέες επιθέσεις κυρίως των μαρξιστών φιλοσόφων (όπως του Βρετανού μαρξιστή Τζων Λιούις).
Ας ξεκαθαρίσουμε τι πραγματικά επιθυμεί να πετύχει ο Αλτουσέρ με τη χρήση αυτού του όρου, μια που πρόκειται για ένα ιδιαιτέρως κομβικό σημείο στον αλτουσεριανό στοχασμό.
Πρώτον, η Μάρτα Χάρνεκερ θεωρεί ότι ασκεί κριτική στην ανθρωπιστική ιδεολογία – που είναι η ιδεολογία της αστικής τάξης, έτσι όπως συστηματοποιήθηκε την εποχή του Διαφωτισμού – διότι πρόκειται ακριβώς περισσότερο για προσφυγή στην ιδεολογία, παρά τη θεωρία8.
Δεύτερον, με τη χρήση του όρου αυτού απαντά στην απόκρυψη της ταξικής πάλης ως κινητήρια δύναμη της ιστορίας, με στόχο τα κομμουνιστικά κόμματα ποτέ να μην τη διαγράφουν από τη σημαία τους.
Τρίτον, τον βοηθά να αναδείξει πως ανθρωπιστικές κατηγορίες (ως συζυγίες της αστικής ιδεολογίας), εκτόπισαν σταδιακά από τα ΚΚ και κυρίως από το ΚΚΣΕ τα κατεξοχήν μαρξιστικά θεωρητικά εργαλεία, με πρώτο και καλύτερο την ταξική πάλη! Είναι εκπληκτικό μάλιστα το γεγονός ότι δεσπόζουν εκεί που αυτή απουσιάζει εκκωφαντικά. Ας θυμηθούμε το Σοβιετικό Σύνταγμα του 1936, που διακηρύσσει το τέλος της πάλης των τάξεων, που αναγνωρίζει την ΕΣΣΔ ως «κράτος όλου του λαού», αλλά και το 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ, την περίοδο της αποσταλινοποίησης, που επινοεί τον όρο «προσωπολατρία», για να μη βγάλει κουβέντα για την ταξική φύση της μέχρι τότε κοινωνίας.
Αντιλήφθηκε με φοβερή οξυδέρκεια τις πολιτικές συνέπειες της χρήσης του όρου «ανθρωπισμός»: Λειτουργούσε για τα ΚΚ απολογητικά προς μία διαρκή ρεβιζιονιστική στροφή τους και πως για το προλεταριάτο δεν είχε καμία θεωρητική αξία, στο δρόμο του επαναστατικού κοινωνικού μετασχηματισμού.
Η ηγεμονία της αστικής/ κυρίαρχης ιδεολογίας αποτυπώνεται και στην ικανότητά της να διεισδύει σε διακριτά και αντιτιθέμενα σε αυτήν ιδεολογικά υποσύνολα (κομμουνιστική ιδεολογία). Επιμένουμε γιατί ο ανθρωπισμός δεν είναι ένας όρος καθόλου αθώος. Εκφράζει κατά κύριο λόγο μια κάποια φιλανθρωπική πρακτική ή ενός είδους αλληλεγγύη, που στα σίγουρα είναι πολιτικά ακίνδυνη και δε διεκδικεί να διασαλεύσει σε κανένα επίπεδο την αστική ταξική κυριαρχία. Από την άλλη πλευρά, μόνο η όξυνση της ταξικής πάλης απειλεί και τρομάζει την άρχουσα τάξη!
Συμπεραίνουμε λοιπόν, ότι δεν είναι ότι ο Αλτουσέρ εχθρεύεται τον άνθρωπο. Αντιθέτως, προσπαθεί να εξασφαλίσει κάποιες μίνιμουμ αλλά πολύ σημαντικές θεωρητικές προϋποθέσεις επίτευξης του μοναδικού στόχου της στράτευσής του στην Αριστερά: τον τερματισμό της εκμετάλλευσης του ανθρώπου, την κοινωνική του χειραφέτηση, η οποία πραγματοποιείται μόνο στον κομμουνισμό. Ο «θεωρητικός αντιανθρωπισμός» είναι ένα εγχείρημα πρακτικά για όλη την «ανθρωπότητα». Ας αναλογιστούμε όλον τον 20ο αιώνα, πόσοι εκατοντάδες χιλιάδες κομμουνιστές – προσηλωμένοι στην αρχή της πάλης των τάξεων και την επανάσταση και που πέρασαν μια ολόκληρη ζωή με το όπλο στο χέρι – φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν ή στάλθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα, διατηρώντας πάντα μία ατσαλένια πειθαρχία, ένα γιακωβίνικο ρομαντισμό και μία απαράμιλλη συντροφικότητα. Αυτοί δεν ήταν στην πράξη «ανθρωπιστές»;

Διαδικασία χωρίς υποκείμενο και χωρίς τέλος
«Η ιστορία είναι μία διαδικασία χωρίς υποκείμενο και χωρίς τέλος». Η φράση αυτή είναι η επιστημονική και φιλοσοφική προέκταση της προηγούμενης θέσης. Συνδέει επί της ουσίας το θεωρητικό αντιανθρωπισμό με τον άνθρωπο ως φορέα κοινωνικών σχέσεων.
Στην απάντηση του Αλτουσέρ στον Τζων Λιούις9, η φιλοσοφική τοποθέτησή του είναι ότι η ιστορία δεν έχει υποκείμενο. Ο άνθρωπος δηλαδή δεν είναι το υποκείμενο της ιστορίας ή του κόσμου, όπως το αντιλαμβάνεται η αστική ιδεολογία. Επίσης, έντονα καταπολεμά και μαρξιστικά ρεύματα (χεγελιανής κυρίως καταγωγής, όπως Λούκατς, Κορς, κ.α.), που θεωρούν το προλεταριάτο το υποκείμενο της ιστορικής διαδικασίας (η οντολογία της αλλοτριωμένης Ολότητας της Τάξης-Υποκείμενο).
Παρ’ όλα αυτά, όπως υπογραμμίστηκε και στο κεφάλαιο των ιδεολογικών μηχανισμών, οι άνθρωποι δρουν σαν υποκείμενα. Η ένταξή τους μέσα στις κοινωνικές σχέσεις και δομές τους έχει συγκροτήσει ως τέτοια.
Το μόνο που υπάρχει στην ιστορία είναι η πάλη των τάξεων και οι ταξικές αντιπαραθέσεις. Τα άτομα καταλαμβάνουν τη θέση τους μέσα στις ταξικές πρακτικές μόνο συγκροτούμενα ως υποκείμενα. Παίρνουν δηλαδή τη μορφή του υποκειμένου, με τις νομικο-ιδεολογικές κοινωνικές σχέσεις, να έχουν τον πρώτο λόγο σε αυτήν τη διαδικασία. Το υποκείμενο είναι η μορφολογία των ανθρώπων ως φορέων των κοινωνικών πρακτικών της παραγωγικής και αναπαραγωγικής διαδικασίας του καπιταλισμού.
Όμως, δεν είναι υποκείμενα για την ιστορία. Θα λέγαμε πως είναι για το κράτος, το κατεξοχήν πεδίο διεξαγωγής των ταξικών αγώνων. Ο Αλαίν Μπαντιού που κατάλαβε το νόημα της θέσης του Αλτουσέρ γράφει:
«Η (αστική) ιδεολογία χαρακτηρίζεται από την ιδέα του υποκειμένου, που η μήτρα της είναι δικαιική και υποτάσσει το άτομο στους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους: πρόκειται για το θέμα της «έγκλεισης» σε υποκείμενο»10.
Επιπλέον, ο άνθρωπος ως Υποκείμενο της Ιστορίας, μας δίνει την ψευδαίσθηση μιας ανθρώπινης ελευθερίας επιλογών και μιας ανεξαρτησίας του ατόμου από τις κοινωνικές συνθήκες ύπαρξής του, ενώ παράλληλα αποσιωπά τη λειτουργία του σε σχέση με την κοινωνική δομή που εντάσσεται. Αυτή άλλωστε είναι μία από τις βασικές αναγωγές της αστικής ιδεολογίας.
Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι φιλοσοφικές προεκτάσεις αυτής της θέσης. Το ότι ο άνθρωπος είναι το ιστορικό Υποκείμενο, συνεπάγεται πως είναι το Κέντρο του κόσμου, η ριζική Αρχή της Ιστορίας και η μοναδική της Αιτία. Η απάντηση του Αλτουσέρ στον απόλυτο αυτό ιδεαλισμό είναι ότι η ιστορία δεν διαθέτει «Τέλος», με την έννοια ότι ο άνθρωπος δε συνιστά καμία Αρχή και κανένα Τέλος της Ιστορίας, είναι απλά φορέας κοινωνικών συνθηκών.Αν τώρα, η Ιστορία δε διαθέτει Υποκείμενο δε διαθέτει και Αντικείμενο. Αν στην ιστορική εξέλιξη δεν υπάρχει κάτι που να υπο-κειται δεν υπάρχει και κάτι που να αντί-κειται. Και πάλι εδώ με τα λόγια του Μπαντιού:
«Πάλη των τάξεων […] Η λέξη «πάλη» δηλώνει ότι δεν υπάρχει πολιτικό αντικείμενο (ένας αγώνας δεν είναι αντικείμενο), ενώ η λέξη τάξη δηλώνει, πως ούτε υποκείμενο υπάρχει (αφού ο Αλτουσέρ στο πεδίο της ιστορίας, αντιτίθεται σε κάθε ιδέα του προλεταριάτου ως υποκειμένου)».11
Αυτό και αν είναι ένα πολύ σπουδαίο συμπέρασμα! Η ιστορική εξέλιξη καθορίζεται μόνο από την έκβαση της ταξικής αναμέτρησης και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει ποιο μονοπάτι θα ακολουθήσει. Το αν θα οικοδομηθεί ποτέ ο κομμουνισμός αυτό θα το κρίνει μόνο η ταξική πάλη και σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί ιστορική αναγκαιότητα. Δεν υπάρχει ιστορική αναγκαιότητα, υπάρχει μόνο η πάλη των τάξεων!
Συνοψίζοντας, άποψή μας είναι ότι η προτεραιότητα της δομής, ο θεωρητικός αντιανθρωπισμός και η ιστορία ως διαδικασία δίχως υποκείμενο και τέλος, αποκαθιστούν πλήρως την θεωρητική εγκυρότητα της πάλης των τάξεων, ως εργαλείο πολιτικής ανάλυσης και χάραξης επαναστατικής στρατηγικής!

«Ο Υλισμός της συνάντησης»
Είναι μία άποψη12 που διατύπωσε ο Αλτουσέρ στα μέσα του 1980 περισσότερο με τη μορφή ερωτήματος και η οποία επιχειρεί να επεκτείνει και να εμπλουτίσει κάποιους υπαινιγμούς που αφήνει ο Μαρξ στο Κεφάλαιο.
Πρόκειται για τις συνθήκες συγκρότησης και σχηματισμού μιας δομής. Οι προβληματισμοί του αρθρώνονται γύρω από τις απαρχές της διαμόρφωσης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και προεκτείνεται σε ένα στοχασμό του τυχαίου ως παράγοντα καθορισμού της ιστορικής εξέλιξης.
Ο όρος «συνάντηση» προκύπτει από τις αναφορές του παράγοντα τύχη από το Μαρξ στο Κεφάλαιο, αναφορικά με τη μετάβαση από το φεουδαρχικό στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Προήλθε από τη συνάντηση-έναν ιδιαίτερο συνδυασμό κάποιων διακριτών στοιχείων/ διαδικασιών (όπως η χρηματική συσσώρευση, η συσσώρευση τεχνικών μέσων και η συσσώρευση προλεταρίων που δεν κατέχουν τίποτα). Τι μας λέει ο Αλτουσέρ γι’ αυτό;
«Το όλο που προκύπτει από την «εμπέδωση» της «συνάντησης» δεν είναι προγενέστερο, αλλά μεταγενέστερο της «εμπέδωσης» των στοιχείων, και συνεπώς θα μπορούσε να μην «πιάσει» και, πολύ περισσότερο, «η συνάντηση θα μπορούσε να μη λάβει χώρα» […] Μπορούμε […] να υποθέσουμε ότι η συνάντηση έλαβε χώρα στην ιστορία πολλές φορές πριν πιάσει στη Δύση, αλλά δεν «έπιασε» τότε ελλείψει ενός στοιχείου ή της διάταξης των στοιχείων».
Και συνεχίζει λίγο πιο κάτω:
«Αυτό που είναι αξιοσημείωτο σε αυτήν την […] αντίληψη, πέραν της ρητής θεωρίας της συνάντησης, είναι η ιδέα ότι κάθε τρόπος παραγωγής συγκροτείται από ανεξάρτητα μεταξύ τους στοιχεία, όπου το καθένα είναι το αποτέλεσμα μιας προσίδιας ιστορίας, δίχως να υπάρχει καμία οργανική ή τελεολογική σχέση ανάμεσα στις διάφορες αυτές ιστορίες. Η αντίληψη αυτή κορυφώνεται στη θεωρία της πρωταρχικής συσσώρευσης».
Με την εργασία πάνω στο αστάθμητο στοιχείο της «συνάντησης», ο Αλτουσέρ θέλει να ξεκαθαρίσει με οποιαδήποτε υπόνοια τελεολογίας στη μαρξιστική θεωρία. Επισφραγίζει θα μπορούσαμε να πούμε τη θέση για την ιστορία χωρίς υποκείμενο και τέλος. Χρειάζεται μάλλον κάποια τυχαία σύμπτωση διακριτών στοιχείων, που δεν μπορεί να προβλεφθεί ούτε και ακολουθεί κάποια ντετερμινιστική ή αναπόφευκτη διαδικασία και που είναι απαραίτητη για να εδραιώσει και να εμπεδώσει μία δομή (η οποία κατόπιν θα προσδώσει τη «λογική» της στα λειτουργικά της μέρη).
Τίποτα δεν είναι σίγουρο, όλα μένουν να κριθούν! Από την έκβαση της ταξικής πάλης και την τυχαία συνεύρεση των αναγκαίων παραγόντων, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι μοιρολατρικά, κάθε φορά που αποτυγχάνει μία επαναστατική προσπάθεια, δεν έχει «ευλογηθεί» από την τύχη ή αυτό που ο Αλτουσέρ κατονομάζει «συνάντηση». Και αντιστρόφως: Δεν είναι κάθε στιγμή για την εργατική τάξη, η χρυσή ευκαιρία να πραγματοποιήσει την έφοδο στον ουρανό και αυτό ίσως κάτι λέει από μόνο του…
Δήμος Ε
Το δεύτερο μέρος του «Να διαβάσουμε τον Αλτουσέρ…»


Κριτική στο Σοβιετικό Μαρξισμό
Όπως αναφέραμε και πιο πάνω, η θεωρητική παρέμβαση του Αλτουσέρ ήταν εξαιρετικά καθοριστική για την αποδόμηση του σοβιετικού μαρξισμού, της θεωρίας που κυριάρχησε στα κομμουνιστικά κόμματα των χωρών του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού (αλλά και της Δύσης) και που καθοδήγησαν με αυταρχισμό τις κοινωνίες τους σε μία τροχιά κρατικού καπιταλισμού. Στο χωρίο αυτό, θα παρουσιάσουμε τις βασικές αρχές του Αλτουσέρ αναφορικά με την επιστήμη του μαρξισμού (ιστορικού υλισμού) και την ανάδειξη και την κριτική των προβληματικών πυλώνων της θεωρίας του σοβιετικού μαρξισμού.
Κατ’ αρχήν, αφετηρία της σκέψης του αποτέλεσε το γεγονός ότι ο μαρξισμός, ως αυτοτελές επιστημονικό πεδίο (η επιστήμη της ιστορίας), δεν αποτελεί ένα μονολιθικό θεωρητικό σύστημα, χωρίς αντιθέσεις στο εσωτερικό του. Αντιθέτως, βρίθει αντιφάσεων και αναπτύσσεται μόνο χάρη στη σύγκρουση αντιπαρατιθέμενων τάσεων που ενυπάρχουν στους κόλπους του. Η ύπαρξη λοιπόν του μαρξισμού κατά τον Αλτουσέρ, είναι συνυφασμένη με την ύπαρξη αντιτιθέμενων θεωρητικών ρευμάτων και σχολών εντός του.
Σύμφωνα με το Γιάννη Μηλιό1, ο Αλτουσέρ υποστήριζε πως η συγκρουσιακότητα της μαρξιστικής θεωρίας είναι προϋπόθεση και τεκμήριο της επιστημονικότητας και αντικειμενικότητάς της. Μάλιστα, έδειξε ότι ο μαρξισμός αναπαράγει στο εσωτερικό του τις αντιφάσεις που διαπερνούν τον καπιταλισμό. Διαβάζουμε χαρακτηριστικά:
«Η εξέλιξη του μαρξισμού επικαθορίζεται πάντα από την εξέλιξη και τις καμπές της πάλης των τάξεων, και πιο συγκεκριμένα από τα αποτελέσματα της πάλης των τάξεων στο επίπεδο της ιδεολογίας».2
Χαρακτηριστική απόληξη αυτής της τοποθέτησης του Αλτουσέρ της εσωτερικής συγκρουσιακής φύσης του μαρξισμού ως εννοιακό χώρο, είναι η περιχαρής και εμφατική αναγγελία της κρίσης του στα τέλη του ’703. Με τον όρο «κρίση του μαρξισμού» εννοούσε τη συρρίκνωση της δυνατότητάς του να αναπαράγεται ως ιδεολογία των μαζών, την αδυναμία συγχώνευσής του με το εργατικό κίνημα και τη στασιμότητά του όσον αφορά το θεωρητικό του προχώρημα. Ωστόσο, από την άλλη πλευρά, έχει την πεποίθηση πως αυτή η κρίση (κυρίως έχει στο νου του τη μαζικότερη ιστορικά εκδοχή μαρξισμού, το σοβιετικό μαρξισμό) αποτελεί την ασφαλιστική δικλείδα-όρο της ανάπτυξης και διεύρυνσης της εμβέλειας της μαρξιστικής θεωρίας.
Αυτά σχετικά με τη θεωρία του ιστορικού υλισμού συνολικά. Αναφορικά με το σοβιετικό μαρξισμό, η καθοριστική κριτική που του άσκησε το ρεύμα του δομικού μαρξισμού, αξονίζεται (και πάλι συμβουλευόμενοι το Μηλιό) στις εξής τρεις κεντρικές ενότητες:
Α. Οικονομισμός. Θεωρεί ότι οι παραγωγικές δυνάμεις έχουν την πρωτοκαθεδρία πάνω στις παραγωγικές σχέσεις – θέση που εκθέσαμε αναλυτικά πιο πάνω – και αντιλαμβάνεται την ιστορική εξέλιξη ως το αποτέλεσμα της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων. Επιπλέον, υποτίθεται ότι η ανάπτυξη αυτή οδηγεί απαρέγκλιτα προς το σοσιαλισμό και οι αστικές σχέσεις παραγωγής αναχαιτίζουν την επιστημονική, τεχνολογική και παραγωγική πρόοδό της κοινωνίας. Αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο καπιταλισμός είναι υπό κατάρρευση και είναι θέμα χρόνου αγωνιζόμενοι για την οικονομική πρόοδο, να επιταχύνουμε αυτήν την κατάρρευση.4 Για το σοβιετικό μαρξισμό, ειδικά οι χώρες του ανεπτυγμένου καπιταλισμού, τελούν υπό διαρκή γενική κρίση!
Β. Εξελικτισμός. Μία από τις απόρροιες του οικονομισμού είναι ο εβολουσιονισμός ή αλλιώς η θεωρία των σταδίων. Το στάδιο είναι ακριβώς το επίπεδο της οικονομικής ανάπτυξης του δοσμένου καπιταλιστικού κοινωνικού σχηματισμού και κρίνεται από τη τεχνολογική στάθμη και τις δεδομένες παραγωγικές δυνάμεις (ή με όρους σοβιετικού μαρξισμού, από τη φάση της Επιστημονικο-τεχνολογικής επανάστασης, ΕΤΕ). Αυτή η θεωρία έχει στρεβλώσει και αποπροσανατολίσει την πολιτική καθοδήγηση των ΚΚ και έχει ορθώσει αναχώματα στην επαναστατική διαδικασία πολλών χωρών στον 20ό αιώνα.5 Σε πολλές χώρες στις οποίες ο καπιταλισμός δεν είχε γνωρίσει την ανάπτυξη της Δύσης, τα ΚΚ δεν επεξεργαζόντουσαν κάποια επαναστατική στρατηγική, αλλά προσανατολίζονταν σε μία δημοκρατική-αστική επανάσταση που θα εξαλείψει τα φεουδαρχικά υπολείμματα, απόλυτη προϋπόθεση για την πραγματοποίηση της προλεταριακής επανάστασης. Το παράδοξο με τη θεωρία αυτή είναι ότι στη Ρωσία – χώρα της οποίας το ΚΚ επεξεργάστηκε και συστηματοποίησε τη θεωρία των σταδίων – η επανάσταση έγινε σε συνθήκες καθόλου ανεπτυγμένου καπιταλισμού.6
Γ. Μηχανιστική-εργαλειακή αντίληψη για το κράτος και την άρχουσα τάξη. Είναι η αντίληψη που θεωρεί ότι το κράτος με τους μηχανισμούς του είναι ένα απλό όργανο-εργαλείο στα χέρια της άρχουσας τάξης, η οποία το μεταχειρίζεται κατά βούληση. Στο πεδίο του κράτους, η εργατική τάξη και τα συμφέροντά της δεν αποκρυσταλλώνονται κατά κανένα τρόπο, αφού αυτό βρίσκεται εξολοκλήρου στα χέρια της αστικής τάξης. Αυτό επιπρόσθετα, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το κράτος είναι ουδέτερο και αρκεί να το κατακτήσει η εργατική τάξη, αποσιωπώντας ωστόσο, το σπουδαιότερο: την αναγκαιότητα μετασχηματισμού και κατάργησής του. Αυτή η τοποθέτηση μπορούμε να πούμε ότι στοιχειοθέτησε μεταπολεμικά, ένα σημαντικό θεωρητικό άλλοθι της απεμπόλησης από τα ΚΚ των χωρών του δυτικού καπιταλισμού της επαναστατικής τους γραμμής, προς όφελος ενός ξεκάθαρου εκλογικού προσανατολισμού (που θα φέρει δια των εκλογών το κράτος στα χέρια του προλεταριάτου).
Η παραπάνω στρεβλή κωδικοποίηση απογειώθηκε τη δεκαετία του ’50 με τη θεωρία του Κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού,7 την οποία το ρεύμα του Αλτουσέρ πολέμησε σθεναρά, με προεξάρχοντα το Νίκο Πουλαντζά. Ο Πουλαντζάς, που εργάστηκε θεωρητικά πάνω στο κράτος, ανέδειξε ότι το κράτος αποτελεί την υλική συμπύκνωση των ταξικών συσχετισμών δυνάμεων. Το κράτος για τον Πουλαντζά – και το δομικό μαρξισμό – είναι το πεδίο διεξαγωγής της πάλης των τάξεων και εκφράζει την αστική ταξική κυριαρχία. Αυτή όμως ανάλογα πάντοτε με το δεδομένο συσχετισμό των κοινωνικών δυνάμεων.8 Δεν αποτελεί κατά συνέπεια ένα αρραγές και μονολιθικό οικοδόμημα, αντιθέτως είναι αντιφατικό και ρωγματώδες. Το κράτος δεν είναι ένα απλό εργαλείο στα χέρια της κυρίαρχης κοινωνικής τάξης λοιπόν, αλλά ούτε και κορπορατιστικό, δηλαδή ένα κράτος που αναλαμβάνει τη διαιτησία των ταξικών ανταγωνισμών. Και για να βαθύνουμε την προβληματική του Πουλαντζά, το κράτος, με τις πολλαπλές διαμεσολαβήσεις που εισάγουν οι κρατικές μορφές και οι ιδεολογικοί του μηχανισμοί, αλλά και με κάποιες τακτικές παραχωρήσεις και συμβιβασμούς, επιτυγχάνει δύο πράγματα: Εκφράζει τα πολιτικά συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης, αναδεικνύοντας την άρχουσα τάξη ως ενσαρκωτή της γενικής βούλησης και τον αποκλειστικό εκπρόσωπο των συμφερόντων των κυριαρχούμενων τάξεων.9
Παρατηρούμε ύστερα από όλα αυτά, ότι οικονομισμός, ουδετερότητα κράτους, η ανυπαρξία ταξικού προσδιορισμού επιστήμης, τεχνολογίας και μέσων παραγωγής και η θεωρία των σταδίων συμφύρονται αρμονικά σε μία θεωρητική ενότητα, με το ένα παραπέμπει στο άλλο. Θέσεις από τις οποίες πρέπει να ξεκόψουμε μια και καλή.
Στις ρίζες της πιο πάνω ανάλυσης ανάγεται και το ενδιαφέρον του Αλτουσέρ για την Πολιτιστική Επανάσταση στην Κίνα, που ξεκίνησε το 1965. Τη θεωρούσε την πρώτη έμπρακτη κριτική και αμφισβήτηση του σοβιετικού μοντέλου σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Ήταν η κατεύθυνση επαναστατικού μετασχηματισμού της αστικής ιδεολογίας, των εξουσιαστικών παραγωγικών σχέσεων, των αστικών κοινωνικών πρακτικών, της άρσης του διαχωρισμού πνευματικής και χειρωνακτικής εργασίας. Ήταν η ενθάρρυνση της πρωτοβουλίας των μαζών και η προσπάθεια να μπει το Κόμμα στο «σοσιαλιστικό δρόμο» μέσω της αμφισβήτησης της εξουσίας της νεότευκτης κρατικής αστικής τάξης, που αποτέλεσε, στα μάτια του Αλτουσέρ, ίσως το πρώτο μαζικό αντι-οικονομίστικο εγχείρημα στην ιστορική σκηνή ενός «επαναστατικού κράτους». Πολιτιστική Επανάσταση είναι το όνομα μιας επανάστασης στην ιδεολογική σφαίρα του κράτους, που παίζει σημαίνοντα ρόλο στην αναπαραγωγή της αστικής ταξικής κυριαρχίας. Θα ήταν παράλειψη αν δεν σημειωθεί ότι τόσο ο Λένιν στο τέλος της ζωής του, όσο ιδίως ο Γκράμσι (κατά τη διατύπωση του πολέμου θέσεων ως επαναστατική στρατηγική του προλεταριάτου στη Δύση) είχαν διαβλέψει την αναγκαιότητα διεξαγωγής από το προλεταριάτο μιας πολιτιστικής/ ιδεολογικής επανάστασης.10
Υπό το πρίσμα της πρωτοκαθεδρίας των παραγωγικών σχέσεων πάνω στις παραγωγικές δυνάμεις, άσκησε και ο Σαρλ Μπετελέμ κριτική στη σοσιαλιστική οικοδόμηση στην ΕΣΣΔ από το 1917 ως το 1930.11 Εστιάζει στην ταχεία επανενεργοποίηση, μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, των αστικών ιδεολογικών πρακτικών και σχέσεων στη σφαίρα του εποικοδομήματος, στην αναπαραγωγή εξουσιαστικών κοινωνικών σχέσεων στο εργοστάσιο, στη βίαιη εκβιομηχάνιση και κολεκτιβοποίηση, που οδήγησε στη διάσπαση της εργατο-αγροτικής συμμαχίας της ΝΕΠ, στην εσωτερική δημοκρατία και λειτουργία του μπολσεβίκικου κόμματος, στην οικονομίστικη θεωρία του, κλπ.
Κλείνοντας αυτήν την ενότητα και στη βάση των προηγούμενων θεωρητικών αρχών, αξίζει να υπογραμμίσουμε ότι ο Αλτουσέρ το 1978 θα κριτικάρει το Γαλλικό ΚΚ, σχετικά με τη οικονομίστικη θεωρία του Κρατικο-μονοπωλιακού καπιταλισμού, τον εσωτερικό διάλογο στο κόμμα και την άρση της διαλεκτικής σχέσης βάσης και κορυφής, με την κεντρική επιτροπή να κυριαρχεί πάνω στη βάση και συχνά να της επιβάλλεται και να την υποτάσσει στις αποφάσεις της.12 Βέβαια, η εμβέλεια της κριτικής αυτής δεν περιορίζεται στα στενά πλαίσια του Γαλλικού ΚΚ, αλλά αναμφισβήτητα έχει γενική ισχύ…

Η περιοδολόγηση του έργου του Μαρξ
Είναι η απόλυτη επιστημονική-θεωρητική χειρονομία στην ιστορία του ιστορικού υλισμού. Ο Αλτουσέρ, κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’60, επιχείρησε να περιοδολογήσει το έργο του Μαρξ. Το κριτήριο αυτής της περιοδολόγησης ήταν το πότε (σε ποιο σημείο του έργου του και έπειτα) ο Μαρξ αρχίζει να συγκροτεί μια θεωρητική προβληματική, μια επιστήμη.
Ο Αλτουσέρ, εμπνεόμενος από το Λακάν, ο οποίος θα κάνει κάτι παρόμοιο με το έργο του Φρόυντ, θα θέσει τη διαχωριστική γραμμή το χρονικό σημείο στο οποίο ο Μαρξ θα θωρακίσει την θεωρητική του σκέψη από την παρείσφρηση της ιδεολογίας και θα αρχίσει βαθμιαία να διαμορφώνει την επιστημονική του μεθοδολογία. Διαπιστώνει λοιπόν, ότι ο Μαρξ από μία χρονική στιγμή και έπειτα στοχάζεται τελείως διαφορετικά (δηλαδή επιστημονικά) και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο Μαρξ προβαίνει σε μία «συμπτωματική»ανάγνωση του έργου του Ρικάρντο και του Σμιθ.13 Ο όρος «σύμπτωμα» είναι δανεισμένος από το Λακάν, ο οποίος τη χρησιμοποιεί, όταν θέλει να αναφερθεί σε ένα επί μέρους στοιχείο ρήξης ή ανατροπής της ίδιας δομής εντός της οποίας, απαντάται η εντοπιότητά του. Αυτά τα καταστατικά κενά αναζητεί ο Μαρξ στο Ρικάρντο και Σμιθ, η ανεύρεση των οποίων θα τον βοηθήσουν στη διατύπωση των νόμων του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και στη συγκρότησή τους σε επιστήμη αργότερα στο Κεφάλαιο.
Αυτό το μεταίχμιο, που χωρίζει τη σκέψη του Μαρξ στην «ιδεολογική» του περίοδο και την «επιστημονική», ο Αλτουσέρ το ονομάζει «επιστημολογική τομή», αξιοποιώντας τον όρο που εισήγαγε στην επιστημολογία ο Γκαστόν Μπασελάρ και θεωρεί ότι λαμβάνει χώρα στα 1845 και εκφράζεται από έργα όπως η Γερμανική Ιδεολογία και οι Θέσεις για το Φόυερμπαχ. Η επιστημολογική τομή είναι, για τον Μπασελάρ, η κρισιμότερη στιγμή στην πορεία συγκρότησης κάθε νέου επιστημονικού πεδίου.
Θα κλείσουμε αυτή τη μικρή περιήγηση στη θεωρητική περιπέτεια του Καρλ Μαρξ συγκεφαλαιώνοντας – κατά Αλτουσέρ – τις διάφορες περιόδους και φάσεις τους. Η περίοδος, πριν την επιστημολογική τομή, καλείται περίοδος της νεότητας, εκτείνεται από το 1840-1844και περιλαμβάνει έργα όπως: Εβραϊκό ζήτημα, Αγία Οικογένεια, Οικονομικά και φιλοσοφικά χειρόγραφα, κα. Η μετά τομής περίοδος, έχει δύο φάσεις: Εκείνη της θεωρητικής ωρίμανσης (1845-1857), στην οποία ανήκουν έργα σαν το Κομμουνιστικό Μανιφέστο, Αθλιότητα της φιλοσοφίας, Μισθός, Τιμή και Κέρδος και εκείνη της θεωρητικής ωριμότητας (1857-1883),στην οποία και εντάσσεται το Κεφάλαιο.14

Ορισμός της φιλοσοφίας
Στο σημείο αυτό θα μας απασχολήσει ο δεύτερος χρονικά ορισμός της φιλοσοφίας του Αλτουσέρ και όχι ο πρώτος («θεωρία των θεωρητικών πρακτικών») που θεωρείται εδώ μάλλον προβληματικός. Η φιλοσοφία λοιπόν είναι η ταξική πάλη στη θεωρία. Στον ίδιο τον Αλτουσέρ15 διαβάζουμε:
«Η φιλοσοφία δεν είναι η απόλυτη Γνώση, δεν είναι η Επιστήμη των Επιστημών, ούτε η Επιστήμη των Πραχτικών […] δεν κατέχει την Απόλυτη Αλήθεια, ούτε σε σύγκριση με καμία επιστήμη […] και πραχτική […] Ο μαρξισμός επιβεβαιώνει την πρωτοκαθεδρία της πολιτικής πάνω στη φιλοσοφία. […] η θέση της είναι στο χώρο της θεωρίας και της «σχετικής της αυτονομίας» […] Το αντίτιμο της φιλοσοφίας είναι τα πραγματικά προβλήματα των κοινωνικών πρακτικών. Επειδή η φιλοσοφία δεν είναι μία επιστήμη […] δε μας δίνει τους τύπους που, τάχα, θα «εφαρμόζαμε στα προβλήματα». Η φιλοσοφία δεν εφαρμόζεται […] επενεργεί […] μεταβάλλοντας την τοποθέτηση των προβλημάτων16 […] τη σχέση ανάμεσα στις πραχτικές και το αντικείμενό τους».
Έτσι, η φιλοσοφία έχει ορισμένες επιπτώσεις τόσο στο πεδίο της επιστήμης όσο και της πολιτικής.
Στο χώρο της πολιτικής, τις επιπτώσεις της φιλοσοφίας λίγο-πολύ τις περιγράψαμε παραπάνω. Προάγει την ταξική πάλη που διεξάγει η εργατική τάξη και οι υπόλοιπες κυριαρχούμενες τάξεις απέναντι στο συνασπισμό εξουσίας, βοηθά στην ταξική τους συγκρότηση (οργανώσεις, συνδικάτα, κλπ), όπως επίσης προσφέρει και στην επαναστατική αναβάθμιση της μαρξιστικής θεωρίας, που ένα πρωτοπόρο πολιτικό κόμμα της εργατικής τάξης επεξεργάζεται, με ορίζοντα την ανατροπή του καπιταλισμού.
Όσον αφορά τις επιστήμες, η φιλοσοφία επενεργεί πάνω τους είτε με τρόπο προοδευτικό, είτε με τρόπο οπισθοδρομικό, αφού όπως προαναφέραμε είναι εν γένει αντιφατική ως θεωρητική αναπαραγωγή των ταξικών αντιθέσεων.
Καθαρή φιλοσοφία, είτε υλιστική είτε ιδεαλιστική δεν υπάρχει! Σε κάθε φιλοσοφικό σύστημα υπάρχει μία κυρίαρχη τάση που απορρέει από τις αντιφάσεις της και τις μεταμφιέζει. Έτσι, έχουμε «ιδεαλιστικές φιλοσοφικές Θέσεις που έχουν οπισθοδρομικές θεωρητικές επιπτώσεις στην επιστήμη της ιστορίας και […] υλιστικές φιλοσοφικές Θέσεις που έχουν προοδευτικές θεωρητικές επιπτώσεις […] και μπορούν να έχουν επαναστατικές επιπτώσεις στους τομείς που δεν έχουν ακόμα αληθινά προσπελαστεί από την επιστήμη της ιστορίας (πχ ιστορία των επιστημών, της τέχνης, των φιλοσοφιών). Αυτό είναι το αντίτιμο της ταξικής πάλης στο χώρο της θεωρίας».17

Ιδεολογία
και Ιδεολογικοί Μηχανισμοί του Κράτους
Το κεφάλαιο αυτό είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της σκέψης του Αλτουσέρ. Θα στηριχτούμε στις θεωρητικές του αναλύσεις έτσι όπως τις εξέθεσε στο πασίγνωστο άρθρο του «ιδεολογία και ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους».18
Κατά τον Αλτουσέρ, η δομή της καπιταλιστικής κοινωνίας, συντίθεται από επίπεδα, που μπορούν, με βάση την κλασική μαρξιστική γραμματεία, να κατηγοριοποιηθούν στην υποδομή ή οικονομική βάση (ενότητα παραγωγικών σχέσεων και παραγωγικών δυνάμεων) και την υπερδομή ή εποικοδόμημα(με το δίκαιο και το κράτος, όσο και τις διάφορες επιμέρους ιδεολογίες του). Αυτή η περιγραφή είναι αρκετά αφαιρετική και σχηματική και αν θέλουμε να εντρυφήσουμε σε αυτήν, πρέπει να μιλήσουμε με όρους σύνθετα αρθρωμένης και έκκεντρης δομής, όπως την παρουσιάσαμε στην πρώτη ενότητα. Αυτό που αξίζει να κρατήσουμε από αυτή τη διάκριση είναι πως η υπερδομή έχει μία σχετική αυτονομία σε σχέση με τη βάση και μπορεί να αναδρά προς αυτήν. Αυτό μας προφυλάσσει από μία μεγάλη παρεξήγηση: Ότι το εποικοδόμημα είναι αντανάκλαση της βάσης, ότι αυτή έχει τον πρώτο και τελευταίο λόγο, συνεπώς μόνο με αυτή είναι κρίσιμο και αναγκαίο να ασχολούμαστε (το δίπολο οικονομισμός/ εργατισμός).
Εδώ κάπου, ανακύπτει η σπουδαιότερη θεωρητική και πολιτική παρέμβαση του Αλτουσέρ. Το κράτος ή αλλιώς ο κρατικός μηχανισμός, δεν εξαντλείται μόνο στο μηχανισμό καταπίεσης. Δεν διαθέτει μόνο μία καταναγκαστική και κατασταλτική λειτουργία της άρχουσας τάξης πάνω στην εργατική τάξη, με στόχο το απρόσκοπτο της απόσπασης της υπεραξίας. Το κράτος διαθέτει και μία άλλη ουσιαστικότερη πτυχή, όσον αφορά την αναπαραγωγή της αστικής κυριαρχίας. Είναι οι ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους.
Πλάι στους καταπιεστικούς μηχανισμούς του κράτους (η αστυνομία, ο στρατός, τα δικαστήρια, οι φυλακές), δρουν οι ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους (ΙΜΚ). Σε αυτούς ανήκει ο θρησκευτικός ΙΜΚ (το σύστημα των διαφόρων εκκλησιών), ο σχολικός ΙΜΚ (το σύστημα των σχολείων σε όλες τους τις βαθμίδες, ιδιωτικών και δημοσίων), ο οικογενειακός ΙΜΚ (που έχει και άλλες λειτουργίες, όπως αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης, κλπ), ο νομικός ΙΜΚ, ο συνδικαλιστικός ΙΜΚ (ρεφορμιστικά και μη συνδικάτα), ο ΙΜΚ των ΜΜΕ(τύπος, ραδιόφωνο, τηλεόραση, Ιντερνέτ), ο πολιτικός ΙΜΚ (το πολιτικό σύστημα και τα πολιτικά κόμματα), αλλά και ο πολιτιστικός ΙΜΚ (γράμματα, τέχνες, αθλητισμός).
Κύρια λειτουργία των ΙΜΚ είναι η διάδοση και η αναπαραγωγή της κυρίαρχης ιδεολογίας, δηλαδή της αστικής ιδεολογίας. Σαφώς δεν πρόκειται για όργανα τις αστικής τάξης, με την έννοια του ελέγχου και της υλικής διασύνδεσής τους με αυτήν, αλλά διαπερνώνται από τους κοινωνικούς συσχετισμούς δυνάμεων, με συνέπεια να εκφράζεται αντιφατικά η ηγεμονία της αστικής ιδεολογίας. Επομένως, ανταγωνιστικά ιδεολογικά υποσύνολα (μικροαστική και προλεταριακή ιδεολογία), που εκπροσωπούν τα συμφέροντα των κυριαρχούμενων τάξεων, βρίσκουν πεδίο έκφρασης στους ΙΜΚ, αλλά πάντοτε κάτω από την ιδεολογική ηγεμονία της αστικής τάξης.
Είμαστε στη στροφή πριν καταρρίψουμε το μύθο, ότι το κράτος ταυτίζεται με το «δημόσιο». Αντίθετα, η διάκριση «δημοσίου» και «ιδιωτικού» τομέα, είναι απόρροια της ύπαρξης του κράτους ως μηχανισμός κυριαρχίας μίας κοινωνικής τάξης. Το κράτος αποτελεί δηλαδή, προϋπόθεση της διάκρισης αυτής. Ένας ΙΜΚ μπορεί – κατά κύριο λόγο – να είναι είτε δημόσιος, είτε ιδιωτικός (πχ εκπαίδευση), ωστόσο είναι κρατικός μηχανισμός, στο βαθμό που συμβάλλει στην εδραίωση της εξουσίας μιας τάξης.Εν συνεχεία, υπογραμμίζουμε ότι και οι δύο τύποι κρατικών μηχανισμών λειτουργούν με «βία και ιδεολογία». Απλώς στο καταναγκαστικό μηχανισμό, τη δεσπόζουσα την έχει το στοιχείο της βίας (και της φυσικής βίας), ενώ στον ιδεολογικό μηχανισμό, δεσπόζον είναι το στοιχείο της ιδεολογίας. Δεν υπάρχει αμιγής καταπιεστικός μηχανισμός. Για παράδειγμα, ο στρατός και η αστυνομία διαθέτουν ιδεολογική λειτουργία, κυρίαρχα για την εσωτερική τους συνοχή και αναπαραγωγή, αλλά και για να απολαμβάνουν της «εκτίμησης» του κοινωνικού συνόλου.Θεωρούμε πως ακριβώς στο ζήτημα των ΙΜΚ ο Αλτουσέρ επεκτείνει και συστηματοποιεί τις απόψεις του Αντόνιο Γκράμσι (άκρως πρωτοποριακές για την εποχή που τις διατύπωνε) για τους διανοούμενους του κράτους. Αυτός πρώτος, όπως και ο Αλτουσέρ αργότερα, ισχυρίστηκε πως καμία κοινωνική τάξη δεν μπορεί να διατηρήσει την πολιτική εξουσία, αν δεν ασκεί την ιδεολογική της ηγεμονία στην κοινωνία (είναι χαρακτηριστικό το γκραμσιανό σχήμα ιδεολογία + καταστολή ή ηγεμονία + δικτατορία). Αυτό που ο Αλτουσέρ θεωρεί ως ΙΜΚ, ήταν για τον Γκράμσι όλο το κρατικό και μη υπαλληλικό προσωπικό, δηλαδή η κρατική γραφειοκρατία, το εθνικό διδασκαλικό σώμα, οι πολιτικοί, οι δημοσιογράφοι, οι καλλιτέχνες, οι «άνθρωποι των γραμμάτων». Οι ΙΜΚ, οι γκραμσιανοί διανοούμενοι δηλαδή, αν ασκούν μία καθοριστική λειτουργία, αυτή είναι η ιεράρχηση, η συστηματοποίηση, η ενοποίηση και η ομογενοποίηση ετερογενών και ποικιλόμορφων ιδεολογικών υποσυνόλων σε ένα συνεκτικό ιδεολογικό σώμα, που προσιδιάζει στις αντιλήψεις και τα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης. Διαδίδει λοιπόν και αναπαράγει αυτήν την ιδεολογία και καθιστώντας τα άτομα κοινωνούς της, τα κάνει φορείς ιδεολογικών και ευρύτερα κοινωνικών πρακτικών και σχέσεων, οι οποίες γειτνιάζουν, νομιμοποιούν και προσομοιώνουν τις υφιστάμενες εκμεταλλευτικές παραγωγικές σχέσεις (η ιδεολογία για την εκμεταλλευτική φύση του ατόμου πχ, νομιμοποιεί την απόσπαση υπεραξίας από τον εργάτη κατά την παραγωγική διαδικασία).19 Εξαιρετικά σπουδαίο ρόλο, εντός της αστικής ιδεολογίας, παίζει το εθνικιστικό ιδεολογικό υποσύνολο. Η «διαχρονικότητα» του έθνους (πλάνη, αφού η έννοια χρονολογείται από τη συγκρότηση των πρώτων καπιταλιστικών κρατών), η εθνική συνείδηση, η αναγκαιότητα συγκρότησης εθνικής ομοψυχίας, ενότητας και συνοχής, συμβάλλουν καθοριστικά στην απόκρυψη της ταξικής διάρθρωσης της κοινωνίας και των ταξικών σχέσεων που τη διαπερνούν. Κατά μείζονα λόγο, το σχολείο είναι εκείνο το τμήμα του ΙΜΚ που αναλαμβάνει με αποφασιστικό και συστηματικό τρόπο να εμπεδώσει αυτήν την ιδεολογία στους υπό ένταξη κοινωνικούς φορείς.20 Το γεγονός αυτό, θα ωθήσει τον Αλτουσέρ να υποστηρίξει ότι στον καπιταλισμό, το σχολείο είναι ο σημαντικότερος ΙΜΚ.Συμπεραίνουμε λοιπόν, ότι οι ΙΜΚ παίζουν τον πιο κρίσιμο ρόλο αναφορικά με την αναπαραγωγή των κοινωνικών σχέσεων παραγωγής, αλλά και την απόσπαση της κοινωνικής συναίνεσης από τις εκμεταλλευόμενες τάξεις, τη συγκρότηση των ταξικών συμμαχιών της άρχουσας τάξης και τη νομιμοποίηση των πολιτικών επιλογών αυτής. Σε ιστορικές περιπτώσεις όμως, που οι λαϊκές τάξεις διεκδικήσουν την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας, ο καταναγκαστικός μηχανισμός του κράτους γίνεται ο κυρίαρχος κρατικός μηχανισμός, μια που είναι ο μόνος θεσμός που μπορεί τότε να εξασφαλίσει τη συνέχεια της αστικής εξουσίας (δια του μονοπωλίου της βίας), καταστέλλοντας το λαϊκό κίνημα. Αξιοσημείωτο είναι ότι έχει αναδειχτεί ιστορικά και σε πόλο άσκησης κρατικής εξουσίας, όπως πχ στις στρατιωτικές δικτατορίες.Ο Γκράμσι είχε κατανοήσει αυτή την περίπλοκη και πολυσύνθετη δικτύωση και λειτουργία των μηχανισμών ηγεμονίας (όπως τις αποκαλούσε) συγκεκριμένα για τις χώρες της Δύσης.21 Θεωρούσε λοιπόν, εκείνη τη χρονική συγκυρία (δεκαετία του ’20), ότι η υπονόμευση και η ανατροπή ενός τόσο πολυδιάστατου κρατικού μηχανισμού από το προλεταριάτο, περνούσε μέσα από μια μακρόπνοη διαδικασία αναδιάταξης των συσχετισμών δυνάμεων μέσα από την εδραίωση της ιδεολογικής του ηγεμονίας πριν πρ
αγματοποιήσει το επαναστατικό άλμα. Είναι η γνωστή στρατηγική του πολέμου θέσεων, που είναι κατά τη γνώμη μας επίκαιρη στη Δύση μέχρι σήμερα.
Ας πούμε λίγα λόγια τώρα, για την ιδεολογία ως τέτοια.
1. Η ιδεολογία για τον Αλτουσέρ, είναι η «παράσταση» της φαντασιακής σχέσης του ατόμου με τις πραγματικές συνθήκες ύπαρξής του. Συγκεκριμένα, οι άνθρωποι δε φαντάζονται, με την ιδεολογία, τις πραγματικές συνθήκες ύπαρξής τους, τον πραγματικό κόσμο, αλλά κυρίως, με την ιδεολογία, αναπαριστούν τη σχέση τους με τις συνθήκες ύπαρξής τους, δηλαδή ο βιωματικός τροπισμός αυτών. Αυτό αποδεικνύει περίτρανα πως η ιδεολογία δεν είναι μόνο παραπλανητική, αλλά έχει και ένα θετικό χαρακτήρα, είναι πραγματικές «χειρονομίες». Ο αδιαμφισβήτητος φενακιστικός της χαρακτήρας, μπορεί να ειδωθεί μόνο αφαιρετικά, ύστερα από την αναγωγή της στο πεδίο των κοινωνικών και πολιτικών πρακτικών. Αυτή η διαπίστωση, δεν ακυρώνει άραγε εν μέρει, τη πάγια λενινιστική πρακτική της «εισαγωγής της συνείδησης στην εργατική τάξη από έξω», από τους «ειδικούς» του κομμουνιστικού κόμματος;22
2. Η ιδεολογία έχει υλική υπόσταση. Η ιδεολογία υπάρχει μόνο ως ιδεολογική πρακτική, δηλαδή διαθέτει μετασχηματιστική δυναμική σαν κάθε κοινωνική πρακτική. Οι «ιδέες» δεν υπάρχουν μόνο στο νου, αλλά κινητοποιούν το άτομο προς πραγματοποίησή τους. Οι ιδέες δεν υπάρχουν, παρά μόνο στη διάσταση της υλοποίησής τους. Όπως είδαμε προηγουμένως, οι «ιδέες» και οι ιδεολογίες κωδικοποιούνται και παίρνουν υλική διάσταση στους ΙΜΚ. Αυτοί με τη σειρά τους, εγκαλούν τα άτομα να δράσουν σύμφωνα με τις επιταγές των ιδεών που αναπαράγουν.
3. Η ιδεολογία εγκαλεί τα άτομα ως υποκείμενα. Αυτό σημαίνει ότι εγκαλεί τα άτομα ως μοναδικά, ανεξάρτητα και αυθύπαρκτα υποκείμενα, λες και δε συμμετέχουν στις κοινωνικές σχέσεις, λες και δεν είναι «στοιχεία» των κοινωνικών δομών. Αποτελεί τον εσώτατο πυρήνα τηςλειτουργίας της ιδεολογίας, από εκεί απορρέει εντέλει, η απόκρυψη των ταξικών σχέσεων, φορέας των οποίων είναι αυτό το «υποκείμενο».
Η ιδεολογία έτσι, διαπλάθει τα συγκεκριμένα άτομα σε υποκείμενα και δεν είναι τίποτε άλλο από την υλική μορφή της λειτουργίας της. Ύστερα από όλα αυτά, είναι φανερή, θεωρούμε, η επιρροή του έργου του Λακάν στον ορισμό αυτό της ιδεολογίας. Την αξιολογούμε ως την κυριότερη επίδραση του γάλλου ψυχαναλυτή πάνω στο έργο του Λουί Αλτουσέρ.
Η έγκληση του ατόμου ως «υποκείμενο» που υλοποιείται από τους ΙΜΚ με συντονισμένο τρόπο, μας παραπέμπει εμμέσως στο συμβολικό επίπεδο της ύπαρξης του ατόμου του Λακάν. Το δίκτυο των ΙΜΚ μας θυμίζει τη λακανική συμβολική τάξη, που διαμεσολαβεί ως σύστημα αναφοράς, τις κοινωνικές και πολιτικές σχέσεις των ατόμων. Είναι η βαθμίδα εκείνη με την οποία τα άτομα διατηρούν ενός είδους «απολογητική» στάση, αντίληψη με την οποία «φλερτάρει» κάποιες φορές στο άρθρο του ο Αλτουσέρ. Είναι τέλος, το συνεκτικό εκείνο πεδίο σημαινόντων, που εγκαλεί τα άτομα να επιθυμήσουν κατά τις αξιώσεις του – να δράσουν βάσει συγκεκριμένων ιδεολογικών επιταγών – διαμέσου πρακτικών, χειρονομιών και τελετουργικών, που διαθέτουν μία μορφή θετικότητας και υλικότητας. Επομένως, τηρουμένων των αναλογιών, οι ΙΜΚ του Αλτουσέρ δεν είναι η πολιτική «μετάφραση» του Μεγάλου Άλλου του Λακάν;23 Συμπέρασμα; Αυτός ο «εν γένει» φαντασιακός χαρακτήρας της ιδεολογίας, οδηγεί στον Αλτουσέρ στη θέση ότι πάντα με κάποιο τρόπο θα διαμεσολαβεί τη σχέση των ατόμων με τις κοινωνικές συνθήκες της ύπαρξής τους, δηλαδή ποτέ δε θα απαλλαγούμε από αυτήν τη λειτουργία. Άρα η ιδεολογία δεν έχει ιστορία.

(επίλογος)
Θα κλείσουμε την εργασία αυτή, αντλώντας έμπνευση από μία παρατήρηση που κάνει κάπου ο Πέρυ Άντερσον.24 Ο Λουί Αλτουσέρ, με τις αντιλήψεις του για την ιδεολογία που στερείται ιστορίας, τον υλισμό της συνάντησης και την ιστορία χωρίς τέλος, δεν είναι άραγε το «επιστημονικό» ανάλογο του Βάλτερ Μπένγιαμιν των «Θέσεων για τη φιλοσοφία της ιστορίας».25 Δεν καταστρώνουν και οι δύο (από διαφορετικές θεωρητικές αφετηρίες και σκοπιές) ένα σχέδιο επαναστατικής ανασυγκρότησης της μαρξιστικής θεωρίας, δομημένο στη βάση πολιτικού και φιλοσοφικού πεσιμισμού;
Όπως και να’ χει, η προσφορά του Αλτουσέρ στο μαρξισμό είναι ανεκτίμητη και πρωτοποριακή και γι’ αυτό πρέπει να τον διαβάσουμε!
Δήμος Ε

Πηγή: aformi.gr

Σάββατο 26 Μαρτίου 2011

Απορίες από τη Βίβλο (επιστολή στον Μπους)

ΑΓΑΠΗΤΕ πρόεδρε Μπους. Σας ευχαριστώ που κάνετε τόσα πολλά για να εκπαιδεύσετε τον κόσμο στον λόγο και νόμο του Θεού. Έχω μάθει πολλά από εσάς και καταλαβαίνω απόλυτα γιατί προτείνετε αλλαγή του Συντάγματος για να απαγορεύσετε τον γάμο μεταξύ ομοφυλοφίλων. Όπως είπατε, «ενώπιον Θεού ο μόνος γάμος που επιτρέπεται είναι εκείνος μεταξύ ανδρός και γυναικός». Προσπαθώ και εγώ να μοιραστώ αυτήν τη γνώση που μας παρέχετε με όσους περισσότερους ανθρώπους μπορώ. Οταν κάποιος, φέρ' ειπείν, ξεστρατίζει, προσπαθώντας να ανακαλύψει τον ομοφυλοφιλικό τρόπο ζωής, του υπενθυμίζω αμέσως ότι στην Παλαιά Διαθήκη, Λευιτικόν 18,22, σαφώς αναφέρεται ότι «η ομοφυλοφιλία είναι απεχθής». Ομως, πρόεδρε αγαπημένε, χρειάζομαι τη συμβουλή σας για μερικούς άλλους νόμους του Θεού, που προκύπτουν από τα γραφόμενα στη Βίβλο και δεν ξέρω πώς να τους εφαρμόσω.
ΣΤΟ Λευιτικόν 25,44 αναφέρεται ότι μπορώ να έχω στη δούλεψή μου σκλάβους, άνδρες και γυναίκες, αρκεί να τους έχω αγοράσει από γειτονικά κράτη. Φίλος μου εδώ ισχυρίζεται ότι αυτό ισχύει μόνο για τους Μεξικανούς και όχι για τους Καναδούς. Μπορείς να διευκρινίσεις γιατί δεν μπορώ να έχω σκλάβο Καναδό;
ΘΑ ήθελα να πουλήσω την κόρη μου ως σκλάβα, όπως σαφώς μού επιτρέπει η Βίβλος (Εξοδος 21,7). Πείτε μου, παρακαλώ όμως, ποια θα ήταν σήμερα μια λογική τιμή να ζητήσω; (Σημειώστε ότι είμαι σχεδόν σίγουρος πως είναι παρθένα).
ΌΤΑΝ ρίχνω στα κάρβουνα έναν ολόκληρο ταύρο για θυσία, ξέρω ότι δημιουργεί μιαν ευχάριστη οσμή για τον Κύριο (Λευιτικόν 1,9). To πρόβλημα, όμως, είναι οι γείτονές μου. Ισχυρίζονται πως η μυρωδιά του καιόμενου ταύρου είναι απαίσια. Τι να κάνω - να τους πλακώσω στις μάπες για να μάθουν να μην παραπονιούνται γι' αυτά που αρέσουν στον Θεό;
ΕΧΩ ένα γείτονα, που επιμένει να εργάζεται τα Σάββατα. Η Έξοδος, 35,2, V σαφώς λέει ότι θα πρέπει αμέσως να θανατωθεί. Ερωτώ: είμαι ηθικά υποχρεωμένος να τον σκοτώσω ο ίδιος ή μπορώ να ζητήσω από την αστυνομία να μου κάνει την εξυπηρέτηση;
ΕΝΑΣ φίλος μου αισθάνεται πως, μολονότι το να τρως όστρακα είναι απεχθές (Λευιτικόν 11,10), είναι οπωσδήποτε λιγότερο απεχθές από την ομοφυλοφιλία. Εγώ δεν συμφωνώ. Μπορείτε εσείς να μας λύσετε τη διαφορά; Υπάρχουν, αγαπητέ πρόεδρε, βαθμοί απέχθειας;
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ, λέει στο Λευιτικόν 21,20. να πλησιάσω την Αγία Τράπεζα εφόσον έχω κάποιο πρόβλημα με την όρασή μου. Παραδέχομαι ότι φορώ γυαλιά πρεσβυωπίας. Πρέπει η όρασή μου να είναι 20/20 ή υπάρχει κανένας τρόπος να το κρύψω αυτό για να μπορέσω να πλησιάσω τον Θεό μου;
ΟΙ περισότεροι φίλοι μου κόβουν πολύ κοντά τα μαλλιά τους, ακόμα και γύρω απά τους κροτάφους, μολονότι αυτό ρητά απαγορεύεται στη Βίβλο - πάλι Λευιτικόν 19,27. Τι θάνατος τούς αρμόζει, πρόεδρε;
Ο ΘΕΙΟΣ μου έχει μια φάρμα. Παραβιάζει την εντολή (Λευιτικόν 19,19) έχοντας δύο διαφορετικά είδη καλλιεργειών στο ίδιο χωράφι. Αμαρτάνει και η θεία μου, φορώντας ενδύματα φτιαγμένα από δύο διαφορετικά είδη υφάσματος. Ο θείος βρίζει πολύ, επίσης. Και ερωτώ: είναι απαραίτητο, όπως γράφει στο ιερό βιβλίο (Λευιτικόν 24,10-16) να φωνάξουμε να έρθει κόσμος απ' όλα τα γύρω χωριά για να τους λιθοβολήσει μέχρι θανάτου; Δεν θα μπορούσαμε εμείς, μόνοι μας, σε μια σεμνή, ιδιωτική τελετή, να τους καίγαμε ζωντανούς, στο άψε-σβήσε;
ΓΝΩΡΙΖΩ. αγαπητέ πρόεδρε, ότι όλα αυτά τα θέματα τα έχετε σκεφθεί και μελετήσει εις βάθος και γι' αυτό είμαι σίγουρος ότι θα με βοηθήσετε. Σας ευχαριστώ ξανά που μας υπενθυμίζετε ότι ο λόγος του θεού είναι αιώνιος και απαράλλακτος. Θα πρέπει να είναι πράγματι πολύ σπουδαίο να έχει κάποιος τόσο στενή σχέση, όσο και εσείς, με τον Θεό και τον γιο του, ...πολύ καλύτερη, υποθέτω, απ' ό,τι εσείς με τον δικό σας πατέρα, ε;


από chain-mail

Κυριακή 20 Μαρτίου 2011

Η απάτη του μνημονίου



Διαβάστε οπωσδήποτε εδώ:

6χρονος δολοφονειται απο τους Ισραηλινους



Αλλα αυτες τις παραβιασεις ανθρωπινων δικαιωματων δεν τις βλεπουν ΟΗΕ, ΗΠΑ και ΝΑΤΟ οπως "ειδαν" στη Λιβυη...

Δευτέρα 7 Μαρτίου 2011

ΠΑΣΟΚ: Τι ελεγε για τους μεταναστες το 2008

Κοιτα να δεις πως αλλαζουν τα πραγματα...

Για τα διοδια Ριου Αντιριου

Η γέφυρα Ρίου Αντιρρίου κόστισε συνολικά 740 εκ ευρώ ή 252 δισ. δραχμές. Από αυτά:
· Το 10% ( 74 εκ. ευρώ, ή 25 δισ. δρχ.) το έβαλε η κοινοπραξία που την κατασκεύασε και την εκμεταλλεύεται.

· Το 40% ( 296 εκ. ευρώ – 101 δισ. δρχ.) είναι η συμμετοχή του δημοσίου, δηλαδή το πληρώσαμε εμείς.

· Το υπόλοιπο 50% ( 370 εκ. ευρώ – 126 δισ. δρχ.) είναι δάνειο από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα, με κρατικές εγγυήσεις. Που σημαίνει ότι αν στραβώσει η δουλειά, η τράπεζα θα πάρει τα λεφτά της από το κράτος, δηλαδή από εμάς. Αν δεν στραβώσει, θα τα πάρει από τα διόδια, δηλαδή πάλι από εμάς.(σ.σ. Είδες που θα πάει η σύνταξη κι ο μισθός που σου έκοψαν;)


Βάσει των συμφωνημένων, η κατασκευάστρια κοινοπραξία θα εκμεταλλεύεται τη γέφυρα μέχρι το 2039, δηλαδή επί 35 χρόνια. Από την εκμετάλλευση αυτή, υπολογίζεται ότι θα εισπράξει 1,7 δισ. ευρώ, ή 579 δισ. δραχμές. Αν αφαιρέσει κανείς τα 370 δισ. της τράπεζας, υπολείπονται 209 δισ. για την κοινοπραξία, δηλαδή 8,36 φορές παραπάνω από όσα έβαλε, ή περιθώριο κέρδους 736%.

Δεν είναι κι άσχημα!


Αν το υπολογίσουμε αυτό σε διάστημα 35 χρόνων, προκύπτει εύκολα ότι κάθε χρόνο η κατασκευάστρια κοινοπραξία θα καθαρίζει περίπου 6 δισ. δηλαδή το ¼ της αρχικής της συμμετοχής στο έργο.

Δηλαδή σε 4 χρόνια θα έχει πάρει τα λεφτά της πίσω και θα της μένουν άλλα 31 χρόνια να εισπράττει.

(σ.σ. ΝΑ ΤΟ ΕΠΑΝΑΛΑΒΟΥΜΕ ΑΥΤΟ: Δηλαδή σε 4 χρόνια θα έχει πάρει τα λεφτά της πίσω και θα της μένουν άλλα 31 χρόνια να εισπράττει.)


Αυτού του είδους οι δουλειές, πριν τις βαφτίσουν «υποδειγματικά αναπτυξιακά έργα», τις λέγανε απλώς «αποικιακές». Και ο βασιλεύς Λεοπόλδος, στο Κονγκό, το 1900, με τέτοιους όρους δούλευε.


Γεννάται λοιπόν το ερώτημα πώς μπορεί κάποιος με αρχικό κεφάλαιο 25 δισ. δηλαδή όσο κοστίζει η κατασκευή ενός ολυμπιακού σταδίου μαζί με τις υπερβάσεις (και λίγο παραπάνω από όσα κατηγορείται ο Νεονάκης ότι κέρδισε στο χρηματιστήριο) να βγάλει σε τέσσερα χρόνια τα λεφτά του και εφτά φορές άλλα τόσα στα επόμενα 31 χρόνια. Η απάντηση είναι απλή: πρέπει να βρεις κάποιον να σου βάλει το υπόλοιπο 90% της επένδυσης, χωρίς καμία αξίωση στα κέρδη. Υπάρχει τέτοιος μαλάκας; Ναι, υπάρχει. Ο Έλλην φορολογούμενος, δηλαδή εμείς.



Από πλευράς του Έλληνος φορολογουμένου, η κατάσταση έχει ως εξής:

· 101 δισ. (δηλαδή όσο η κρατική συμμετοχή) πληρώσαμε στη φάση της κατασκευής και

· 579 δισ. (δηλαδή όσα περιμένουν να εισπράξουν στην 35ετία) πληρώνουμε σε διόδια στην φάση της εκμετάλλευσης.


Αυτό σημαίνει ότι πληρώνουμε 680 δισ. για μια γέφυρα που αποδεδειγμένα στοίχισε 252, δηλαδή πληρώνουμε τη γέφυρα 2,7 φορές παραπάνω από το πραγματικό της κόστος. (Σχεδόν τρεις. Από εκεί πρέπει να βγήκε αυτό που λένε «Τρεις Γέφυρες»).


Αυτό το μοντέλο κατασκευής δημοσίων έργων ονομάζεται ΣΔΙΤ- «Σύμπραξη Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα» και διαφημίζεται ως ο πλέον σύγχρονος και αποτελεσματικός δρόμος για τις προκλήσεις του 21ου αιώνα.


Αν η γέφυρα είχε κατασκευαστεί με τις οπισθοδρομικές μεθόδους του προηγούμενου αιώνα, θα μας είχε κοστίσει 252 δισ. και θα την είχαμε αποσβέσει με τους ίδιους ρυθμούς σε 15 χρόνια και τρεις μήνες.

Αλλά ακόμα κι αν ο κράτος επέμενε να εισπράττει διόδια επί 35 χρόνια, ώστε να μαζέψει 2,7 φορές την αξία της γέφυρας, έχει κάποια διαφορά να πληρώνεις διόδια στο κράτος και όχι σε κοινοπραξίες εταιρειών. Διότι τα λεφτά που πάνε σε κοινοπραξίες δεν θα τα ξαναδούμε ποτέ, ενώ τα λεφτά που πάνε στο κράτος, όλο και κάποια τρύπα θα μπαλώσουν.


Θα μπορούσε λοιπόν κάποιος αφελής να αναρωτηθεί γιατί το κράτος, αφού πλήρωσε που πλήρωσε το 40% (296 δισ.) της γέφυρας και δανείστηκε το άλλο 50% (370 δισ.), δεν έδινε και 25 δισ. στην κατασκευάστρια εταιρεία, να φτιάξει τη γέφυρα και να πάει στο καλό, αντί να μας κάθεται 35 χρόνια στο σβέρκο σαν τον Προκρούστη και να εισπράττει διόδια. Αλλά όχι. Διότι τότε η γέφυρα θα ήταν δημόσια επένδυση, πράγμα που γενικώς δεν αρέσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Και διότι ως δημόσια επένδυση, θα ξέφευγε διαρκώς από τον προϋπολογισμό και από τα χρονοδιαγράμματα, για να μην πούμε ότι πιθανώς να ήταν και ελαττωματική στην κατασκευή της.


Αυτό πανηγύριζε ο Λαλιώτης όταν έτρεχε λαμπαδηδρόμος πάνω στη γέφυρα με το σορτσάκι και την ολυμπιακή δάδα: ότι μετά από είκοσι χρόνια εξουσίας, βρήκαν έναν τρόπο να φτιάξουνε το έργο χωρίς να φάνε τα λεφτά σε μίζες (πράγμα που δεν καταφέρανε π.χ. με το Κτηματολόγιο) και ο τρόπος αυτός είναι να μας κοστίζει τρεις φορές πάνω από την αξία του, μόνο και μόνο επειδή κάποιος ιδιώτης έβαλε το 10%. Αληθινά υποδειγματικό αναπτυξιακό έργο.


Αλλά το πιο άσχετο από όλα είναι αυτές οι επικλήσεις στον Χαρίλαο Τρικούπη, που οραματίστηκε τη ζεύξη Ρίου Αντιρρίου για να φέρει την ανάπτυξη στη Δυτική Ελλάδα. Διότι ο Χαρίλαος Τρικούπης δεν οραματίστηκε τη ζεύξη για να περνάνε ΙΧ, που άλλωστε τότε δεν υπήρχαν καν. Την οραματίστηκε για να περάσει το τρένο. Και από τη γέφυρα Ρίου Αντιρρίου τρένο δεν περνάει, με συνειδητή πολιτική απόφαση, για να μη μειώνει τα περιθώρια κέρδους της κοινοπραξίας που την εκμεταλλεύεται. (Για τον ίδιο ακριβώς λόγο δεν περνάνε λεωφορεία από την Αττική Οδό).


Υπό αυτήν την έννοια, το όραμα του Τρικούπη όχι μόνο δεν υλοποιείται, αλλά καθίσταται ακόμα πιο ανεδαφικό, αφού πλέον για να περάσει τρένο πρέπει να γίνει υποθαλάσσια σήραγγα – νέοι εργολάβοι, νέος δανεισμός, νέες επωφελείς Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα- ή να το περνάνε απέναντι με το φεριμπότ.


Oλα αυτά είναι αμφίβολα για τα επόμενα 35 χρόνια, που το πέρασμα βρίσκεται σε ιδιωτικά χέρια, σκληρούς και αποφασισμένους φραγκοφονιάδες, αλλά οι κάτοικοι της υποανάπτυκτης Ηπείρου που περιμένουν το τρένο από την εποχή του Τρικούπη, μπορούν να νιώθουν περήφανοι για τις προκλήσεις του 21ου αιώνα.


Από τους Κακοήθεις

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

http://diodiastop.blogspot.com/

Ασκήσεις καταστολής πλήθους στο Κιλκίς!

Αποκαλυπτικο το βιντεο, δεν χρειαζονται σχολια:

Ανέστησαν τον τόπο τους χάρη στους μετανάστες

Ο βραβευμένος δήμαρχος Ντομένικο Λουτσάνο, γνωστός και ως «Γκάντι της εποχής μας», αξιοποίησε το μεταναστευτικό ρεύμα για να αναζωογονήσει το σχεδόν εγκαταλε-λειμμένο χωριό Ριάτσε.

Μπορεί να ακούγεται τετριμμένο και ρομαντικό, αλλά πράγματι «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός». Για του λόγου το αληθές, αρκεί μια ματιά στο χωριό Ριάτσε της Καλαβρίας (Νότιας Ιταλίας), εκεί όπου οι μετανάστες γίνονται δεκτοί με ανοιχτές αγκάλες και αντιμετωπίζονται όχι ως απειλή αλλά ως πνοή αναζωογόνησης και ανάπτυξης.

Οπως το «γαλατικό χωριό» των Γκοσινί και Ουντερζό αντιστάθηκε στους Ρωμαίους, έτσι και το ιταλικό χωριό Ριάτσε αποφάσισε, υπό την καθοδήγηση του δημάρχου Ντομένικο Λουτσάνο, να αντισταθεί στο συντηρητικό ιταλικό κατεστημένο (κυβέρνηση Μπερλουσκόνι, Λέγκα του Βορρά, ιταλική μαφία κ.ά.).
Κινούμενος αντίθετα στους ξενοφοβικούς ανέμους που σαρώνουν από άκρη σε άκρη τη Γηραιά Ηπειρο, ο 52χρονος δήμαρχος δοκίμασε και κατάφερε να αναστήσει το χωριό του με τη βοήθεια μεταναστών (από το Αφγανιστάν, το Ιράκ, το Κουρδιστάν, τη Σομαλία, την Παλαιστίνη, τον Λίβανο, την Ερυθραία κ.ά.).


Πόλη-φάντασμα
Αλλοτε γεμάτο ζωντάνια, το Ριάτσε είχε φτάσει τη δεκαετία του 1990 στο σημείο να κινδυνεύει να μετατραπεί σε μια πόλη-φάντασμα. Ας όψεται το φαινόμενο της αστυφιλίας, στο πλαίσιο της οποίας ένα μεγάλο μέρος του ντόπιου πληθυσμού είχε αρχίσει, ήδη από το 1960, να εγκαταλείπει την περιοχή με κατεύθυνση τα ιταλικά αστικά κέντρα (Μιλάνο, Γένοβα, Τορίνο) ή το εξωτερικό (Γερμανία, ΗΠΑ).
Μάλιστα, η ερήμωση ήταν τέτοια, που σε κάποια φάση στην περιοχή δεν λειτουργούσε ούτε ένα κρεοπωλείο (για μπαρ και εστιατόρια, ούτε λόγος), ενώ ακόμη και το σχολείο κινδύνευε να μείνει χωρίς μαθητές.
Ωσπου ξαφνικά, τον Ιούλιο του 1998, 300 ψυχές (Κούρδοι άνδρες, γυναίκες και παιδιά) ξεβράστηκαν από τη θάλασσα σε μια παραλία κοντά στο χωριό, στο ίδιο σημείο όπου παλαιότερα, το 1972, είχαν εντοπιστεί δύο σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα (δύο ελληνικά μπρούντζινα αγάλματα).

Το ουτοπικό όραμα έγινε και ταινία
Δάσκαλος εκείνη την περίοδο στο χωριό, ο Ντομένικο Λουτσάνο καλωσόρισε τους νεοφερμένους και προχώρησε στη σύσταση ενός συλλόγου με το μεγαλεπήβολο όνομα «Πόλη του Μέλλοντος» και άρχισε, σε συνεργασία με την Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, να προσφέρει στους μετανάστες δωρεάν στέγη, νερό και ηλεκτρικό. Σε αντάλλαγμα, εκείνοι εργάζονταν, οι άνδρες στις οικοδομές (ανακαινίζοντας σπίτια τα οποία ενοικιάζονταν σε τουρίστες) και οι γυναίκες στη χειροτεχνία φτιάχνοντας τουριστικά σουβενίρ.
«Ενας άνθρωπος είναι άνθρωπος, είτε διαθέτει νόμιμα έγγραφα είτε όχι. Οι φτωχότεροι των φτωχών θα σώσουν το Ριάτσε και σε αντάλλαγμα, θα σωθούν και οι ίδιοι από αυτό», διακήρυττε ο Λουτσάνο, ο οποίος με αυτό σύνθημα κατόρθωσε να κερδίσει ως ανεξάρτητος υποψήφιος τις εκλογές του 2004 και να εκλεγεί δήμαρχος (επανεξελέγη τον Ιούνιο του 2009). Μάλιστα, το 2010 ανακηρύχθηκε τρίτος καλύτερος δήμαρχος στον κόσμο από τη διεθνή δεξαμενή σκέψης «City Mayors Foundation».
Ωστόσο, παρά τη διεθνή του αναγνώριση, ο Λουτσάνο, «ο Μαχάτμα Γκάντι της εποχής μας», όπως τον αποκαλούν οι φίλοι του, εξακολουθεί να έχει το ίδιο απλό και λιτό γραφείο απ' όπου ξεκίνησε την καριέρα του, με τις αφίσες του Τσε Γκεβάρα και των Ζαπατίστας, ενώ αγαπημένη του λέξη συνεχίζει να είναι η λέξη «ουτοπία».
Οσο για το Ριάτσε, το χωριό της Καλαβρίας με τους 1.726 κατοίκους (από τους οποίους, οι 250 είναι μετανάστες) αποτελεί πρότυπο ανάπτυξης (με αποτέλεσμα να επιστρέφουν σε αυτό ακόμη και όσοι το είχαν εγκαταλείψει). Το παράδειγμά του έχουν αρχίσει να το ακολουθούν και κάποια διπλανά χωριά, ενώ μέχρι τη Νότια Ιταλία ταξίδεψε πρόσφατα και ο σκηνοθέτης Βιμ Βέντερς, προκειμένου να ζήσει από κοντά την «πραγματική ουτοπία» του Ριάτσε και να την κάνει ταινία με την ονομασία «Η Πτήση».

ΓΙΩΡΓΟΣΥ ΣΚΑΦΙΔΑΣ
ethnos.gr

Καθηγητής του Παπανδρέου - πρόταση για το ελληνικό χρέος

Δείτε το ολόκληρο

Καθηγητής του Παπανδρέου - πρόταση για το ελληνικό χρέος

Το πραγματικό κίνημα του τζάμπα

Αρκετοί χαριτωμένοι κυβερνητικοί και μεγαλοδημοσιογράφοι,μιας και έχουν εξαντληθεί τα επιχειρήματα,προσπαθούν να χτυπήσουν "ηθικα" το κίνημα ανυπακοής.
Έχουν αυξηθεί λοιπόν οι αναφορές στο "κίνημα του τζάμπα" ή σε κάποιους "τζαμπατζήδες" που δεν πληρώνουν διόδια και εισητήρια στις συγκοινωνίες.
Το κίνημα του τζάμπα είναι υπαρκτό και σε αυτό συμμετέχουν οι ΠΑΡΑΚΑΤΩ.
-ΟΙ ΤΡΑΠΕΖΕΣ που έχουν απορροφήσει ΤΖΑΜΠΑ μερικές δεκάδες δις ευρώ.
-ΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΕΣ που με τον τελευταίο νόμο γλυτώνουν αποζημιώσεις απόλυσης,αυξήσεις στους μισθούς και πολλά ακόμη.
-ΟΙ ΕΦΟΠΛΙΣΤΕΣ που απολαμβάνουν δεκάδες φοροαπαλλαγές και διευκολύνσεις.
-ΟΙ ΞΕΝΟΙ ΕΠΕΝΔΥΤΕΣ που με το fast track και τις αποικιοκρατικές συμβάσεις απαλλάσονται απο τη φορολογία και τις υποχρεώσεις της εργατικής νομοθεσίας.
-ΟΙ ΚΑΝΑΛΑΡΧΕΣ που είναι γνωστό ότι εκπέμπουν χωρίς άδειες έναντι εκβιασμών και εξυπηρετήσεων.
-ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ που χρωστά δις ευρώ στις συγκοινωνίες και τους δήμους και σε πολίτες.
-ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ που είχε απλήρωτους τους ωρομίσθιους,που φέτος προσέλαβε αναπληρωτές στο ΤΖΑΜΠΑ και μετά τους έκανε την έκπληξη ότι ΘΑ πληρωθούν απο το ΕΣΠΑ.
-ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΓΕΙΑΣ που με το έτσι θέλω αρνείται να πληρώσει τους γιατρούς για τις εφημερίες τους.
Ας μην συνεχίσω τον κατάλογο των ΤΖΑΜΠΑΤΖΗΔΩΝ.
Η διαφορά με τα άλλα κινήματα είναι ότι αυτό το κίνημα έχει γερές πλάτες.Έχει το νομικό οπλοστάσιο που του επιτρέπει να δρα "ΝΟΜΙΜΑ" και ανενόχλητο,ΕΙΔΙΚΑ με το έκτακτο καθεστώς του ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ και της ΤΡΟΙΚΑΣ.Απέναντι σε όλους αυτούς είναι...σούζα οι γνωστοί ΜΕΓΑΛΟΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΙ και ούτε το όνομά τους δεν λένε.
Απέναντι στους πολίτες είναι μάγκες και μιλάνε πολυ άνετα για "τζαμπατζήδες".
Δικαιούνται και αυτοί μια θέση στο πραγματικό κίνημα του τζάμπα ως ΤΖΑΜΠΑ ΜΑΓΚΕΣ.
Να ξέρουν λοιπόν, τα παπαγαλάκια ότι κανέναν δεν πείθει η προσπάθεια ηθικής απαξίωσης του κινήματος "ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ" και όσο επαναλαμβάνουν τα περί "τζαμπατζήδων" τόσο αποδεικνύουν τη δουλικοτητά τους στους ΜΕΓΑΛΟΤΖΑΜΠΑΤΖΗΔΕΣ.

του Γιώργου Παπαϊωάννου