«Ο Μπατίστα δεν είχε πάρει στα
σοβαρά τους γκεριλέρος (τους αντάρτες) του Κάστρο. Άλλωστε, οι φίλοι του οι
Αμερικανοί ήταν δίπλα, σε απόσταση αναπνοής, και θα μπορούσε να τους καλέσει
ό,τι ώρα ήθελε για να σώσουν την πατρίδα Από ποιον εχθρό να τη σώσουν, Ίσως από
τους κομουνιστές, αν υπήρχαν. Ο Κάστρο όμως δεν ήταν κομουνιστής. Ήταν ένας
ριζοσπάστης αστός δικηγόρος, γόνος ευκατάστατης οικογένειας γαιοκτημόνων, και
ως εκ τούτου υπεράνω πάσης κομουνιστικής υποψίας. Μάλιστα, μόλις είχε προλάβει
να γεννηθεί Κουβανός. Ο πατέρας του δεν ήταν γηγενής, ήταν γνήσιος Ισπανός που
είχε μεταναστεύσει στην Κούβα.Ο Ανχελ (Αγγελος) Κάστρο Αργκίς Αρχίς είχε επτά
παιδιά, τα δυο από τη σύζυγό του και τα πέντε από τη μαγείρισσά του, την κυρία Ρους.
Ο Φιντέλ ήταν το δεύτερο παιδί της κυρίας Ρους και το τέταρτο της οικογένειας
και ο Ραούλ το πέμπτο παιδί της κυρίας Ρους και το έβδομο της οικογένειας. Μέσα
σ’ αυτήν την πολυμελή και μπερδεμένη οικογένεια, όπου όλοι ζούσαν αγαπημένοι,
ακόμα και οι δύο γυναίκες του ερωτικά υπερδραστήριου Αγγέλου, τόσο ο Φιντέλ όσο
και ο Ραούλ θα μάθουν από μικροί να αδιαφορούν για την αιματοσυγγένεια και την καταγωγή
και να ενδιαφέρονται κυρίως για το διμέτωπο αγώνα του πατέρα τους εναντίον των
πλούσιων ανταγωνιστών του από τη μια και των εργατών του από την άλλη. Η διπλή
ταξική καταγωγή του Φιντέλ θα παίξει το ρόλο της στον κατοπινό
κοινωνικοπολιτικό του προσανατολισμό, όπως άλλωστε και η φοίτησή του σε αυστηρά
καθολικά σχολεία, όπου η γνώση ερχόταν πάντα με διπλό τρόπο στους μαθητές, με την
αυστηρά επιτηρούμενη σκληρή δουλειά και την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος στη
διάρκεια της προσευχής.
Η προοδευτικότητα του Φιντέλ
όσο είναι ακόμα νέος σταματάει στην επισήμανση αυτών των αντιφάσεων. Κανείς
ποτέ δεν θα μάθει πότε ακριβώς θα αρχίσα να μελετάει τον Μαρξ, που έτσι κι
αλλιώς δεν θα χρησιμεύσει και πολύ σ’ αυτόν τον υπερπληθωρικό και γοητευτικό άνθρωπο,
που ξέρα να συναρπάζει και να πείθα τις μάζες πολύ εύκολα, με την εμφάνισή του
και μόνο σε ένα μπαλκόνι Αλλωστε, είναι πολύ γνωστός στους Κουβανούς από το
1953. Την 26η Ιουλίου της χρονιάς αυτής θα κάνει μια μεγάλη αποκοτιά όταν με
μια παρέα φίλων μάλλον παρά επαναστατών θα επιτεθούν στο φρούριο Μονκάδο του
Σαντιάγο δε Κούμπα. Το 1953 που γίνεται για πρώτη φορά λόγος γι’ αυτόν στην
Κούβα ο Κάστρο είναι 27 χρονών (γεννήθηκε το 1926), το 1955 που βγαίνει από τη
φυλακή είναι 29 χρονών, το 1956 που αρχίζει την επανάσταση είναι 30 χρονών και
το 1959 που την τελειώνει, 33 χρονών. Όλα τα έκανε νωρίς στη ζωή του αυτός ο
φοβερός άνθρωπος, που στις 2 Δεκεμβρίου 1956, παρέα με 83 φίλους, ανάμεσά τους
και ο αδερφός του Ραούλ, που τον ακολουθεί κατά πόδας, ανάμεσά τους και ο
Γκεβάρα που μόλις τον είχε γνωρίσει στο Μεξικό, προερχόμενοι από το Μεξικό όπου
οργάνωσαν τη δουλειά, αποβιβάζονται σε μια ερημική ακτή της Κούβας από το κότερο
«Γκράνμα» που τους δάνεισε ένας φίλος. Στην πρώτη κιόλας μάχη που θα δώσουν
μετά την απόβαση θα σκοτωθούν οι 72 από τους 82. Οι 10 επιζήσαντες θα
καταφύγουν στο ψηλό βουνό Σιέρα Μαέστρα για να οργανώσουν εκεί στα γρήγορα ένα φοβερό
αντάρτικο. Είναι απροσδόκητα μεγάλη η απήχηση που βρίσκει
το επαναστατικό άγγελμα του
αστού Κάστρο, που δεν είναι ακόμα κομουνιστής, από τους πεινασμένους χωρικούς,
που λες και περίμεναν από χρόνια τον ελευθερωτή
άγγελο, το πολιτικό και ιδεολογικό «φύλο» του οποίου ουδόλως τους
ενδιαφέρει Στην αρχή δέκα άνθρωποι όλοι κι όλοι, μέσα σε τρία χρόνια θα γίνουν
χιλιάδες και θα φέρουν τα απάνω κάτω και στην Κούβα, και στην Αμερική, και στον
κόσμο. Η πείνα και η δυστυχία είναι καταστάσεις δυνάμει επαναστατικές και μια
σπίθα μόνο φτάνει για να πάρει φωτιά η σωρευμένη πίκρα αιώνων. Τις επαναστάσεις
δεν τις κάνουν οι επαναστάτες, αυτοί μόνο τις
διεκπεραιώνουν τις
επαναστάσεις τις κάνουν οι πεινασμένοι και οι δυστυχείς. Ειδικότερα στην
επανάσταση της Κούβας οι κουβανοί κομουνιστές, εξ ορισμού επαναστάτες όπως όλοι
οι κομουνιστές, όχι μόνο δεν παίρνουν μέρος στην επανάσταση από την αρχή, αλλά
στην αρχή, πριν εδραιωθεί η επανάσταση, θα χαρακτηρίσουν τον Κάστρο ανισόρροπο
και τυχοδιώκτη. Ευτυχώς που θα καταλάβουν νωρίς το λάθος τους και θα πιαστούν
έγκαιρα από την ουρά του Κάστρο. Που όχι μόνο δεν θα τους ψέξει για την αρχική
συμπεριφορά τους, αλλά θα τους δεχτεί με ανοιχτές αγκάλες. Αν και αργότερα,
αφού καταλάβει την εξουσία, θα διαλύσει το παλιό Κομουνιστικό Κόμμα για να
βάλει στη θέση του ένα καινούργιο, που θα λέγεται και πάλι Κομουνιστικό Κόμμα.
Ο Κάστρο δεν θα ασχοληθεί ποτέ με τους τύπους. Τον ενδιαφέρουν μόνο οι γνήσιοι
επαναστάτες, όλοι οι γνήσιοι επαναστάτες απ’ όπου κι αν προέρχονται. Και,
βέβαια, επαναστάτες δεν υπάρχουν μόνο στα κομουνιστικά κόμματα, όπου συχνάζουν
κυρίως γραφειοκράτες που έχουν κάνει τον κομουνισμό επάγγελμα, ίσως γιατί το
βρίσκουν πολύ εύκολο. Και είναι πράγματι εύκολο σε
καιρούς ειρηνικούς και μη
επαναστατικούς. Ανάμεσα στο 1959, τη χρονιά που επικρατεί η επανάσταση, και το 1961
τη χρονιά που ο Κάστρο αυτοχαρακτηρίζεται εντελώς ξαφνικά κομουνιστής, πράγμα
που το επιβεβαιώνει το 1963 με την επίσκεψή του στη Μόσχα, κανείς δεν ξέρει,
ούτε καν οι Αμερικανοί, τι είδους είναι το καθεστώς που εγκαθίδρυσε ο Κάστρο
στην Κούβα διώχνοντας τον Μπατίστα. Ο Κάστρο είναι γόνος οικογενείας πλούσιων
αστών και οι Αμερικανοί έχουν συνηθίσει στις ενδοαστικές επαναστάσεις και τα
πραξικοπήματα στη Λατινική Αμερική. Βέβαια, αυτό εδώ δεν έγινε με την άδειά τους,
αλλά τούτο δεν σημαίνει ότι εν καιρώ δεν θα τεθεί υπό την προστασία τους. Για
δύο χρόνια, μέχρι το 1961 όλο και ελπίζουν. Αλλά όταν ο Κάστρο το 1961 δηλώνει
πως είναι κομουνιστής κόβοντας την ανάσα όλου του κόσμου, οι Αμερικανοί αποβιβάζονται
στον Κόλπο των Χοίρων για να τον συνετίσουν. Και όσο αδυνατούν να τον
συνετίσουν, και όσο αυξάνεται η εξάρτησή του από τη μακρινή Μόσχα, τόσο αφρίζει
η κοντινή Ουάσινγκτσν. Ο εμπορικός αποκλεισμός (εμπάργκο) που επιβάλλουν στην
Κούβα οι Αμερικανοί το 1961 μετά το φιάσκο της απόβασης στον Κόλπο των Χοίρων,
πού συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας, μπορεί να είναι απάνθρωπος, είναι όμως
απολύτως λογικός από καπιταλιστικής απόψεως. Ενώ οι ΗΠΑ από χρόνια ετοιμάζονταν
να ενσωματώσουν την Κούβα και για χρόνια ανέβαλλαν την ενσωμάτωση εξαιτίας του προβλήματος
των μαύρων, ξαφνικά τους προκύπτει μια φιλοσοβιετική εμπροσθοφυλακή κάτω απ’ τη
μύτη τους, απέναντι από τη Φλόριντα. Το 1968 και ενώ ο Γκεβάρα που θα τον
εισηγηθεί είναι ήδη πεθαμένος από το 1967, ο «απόλυτος κομουνισμός» του Κάστρο
θα τρομάξει όχι μόνο τους Αμερικανούς αλλά και τους Σοβιετικούς. Το 1968 καταργείται
εντελώς ο θεσμός της ατομικής ιδιοκτησίας και εθνικοποιούνται τα πάντα, ακόμα
και τα κουρεία. Οι Κάστρο είναι έτοιμος να καταργήσει και το χρήμα, όπως είχε
προτείνει ο Γκεβάρα, ο οργανωτής του νέου επαναστατικού τραπεζικού συστήματος,
αλλά οι Ρώσοι του λεν, και έχουν δίκιο, πως δεν πρέπει να βιάζεται, πως αυτά τα
πράγματα δεν γίνονται με διατάγματα Εκείνον τον καιρό η Κίνα κάνει ανάλογα
πειράματα για την κατάργηση του χρήματος, που όμως ούτε κι αυτή θα το
καταργήσει τελικά, και οι Ρώσοι φοβούνται πως ο Κάστρο, μιμούμενος τον Γκεβάρα
που ήταν κρυπτοφιλομαοϊκός, θα το στρίψει και θα αρχίσει να στραβοκοιτάει κατά
την Κίνα. Το 1968, τη μεγάλη χρονιά της κουβάνικής επανάστασης, παρά τη ρήξη
του Κάστρο με τον Γκεβάρα, που σκοτώνεται στη Βολιβία την προηγούμενη χρονιά
προσπαθώντας να εξαγάγει την επανάσταση, παρά την αποτυχία των παρακινημένων
από τ ψ Κούβα εξεγέρσεων στον
Αγιο Δομίνικο, τη Βενεζουέλα
και τη Βολιβία, ο κουβανικός κομουνισμός γίνεται το πρότυπο για όλους τους
κομουνιστές της Δύσης. Δυστυχώς, όμως, ο κουβανικός κομουνισμός είναι
στηριγμένος περισσότερο στη βούληση και τα καλά συναισθήματα παρά στις αντικειμενικές
συνθήκες. Μ’ άλλα λόγια, κλίνει περισσότερο προς τ ψ κινέζικη περί κο
μουνισμού άποψη παρά προς τη
σοβιετική, κι ας είναι η Κούβα απόλυτα εξαρτημένη από τη Σοβιετική Ένωση. Κι
ενώ σιγά αγά τούτη η αντίφαση οδηγεί τον αρχικό ενθουσιασμό του 1968 στην
σταδιακή διολίσθηση προς την απογοήτευση, έρχεται το 1980 η ηθική καταστροφή
για την Κούβα με τη δήλωση του Κάστρο πως υποστηρίζει τους Σοβιετικούς, που τη
χρονιά αυτή εισβάλλουν στο Αφγανιστάν. Ο Κάστρο είναι μέχρι τότε η υπ’ αριθμόν
ένα προσωπικότητα του Κινήματος των Αδεσμεύτων. Και ξαφνικά δεσμεύεται υπέρ των
Ρώσων, που έχουν εισβάλει σε
μια φτωχή και ουδέτερη χώρα με το εύλογο ίσως επιχείρημα πως αν δεν βάλουν
αυτοί στο χέρι το Αφγανιστάν θα το βάλουν οπωσδήποτε οι Αμερικανοί, που ήδη
έχουν διεισδύσει για τα καλά στην καίριας στρατηγικής σημασίας ασιατική χώρα. Όπως
και να ’ναι, ο Κάστρο είναι αδύνατον πλέον να παριστάνει τον αδέσμευτο.
Αλλωστε, από το 1961 που οι Αμερικανοί εφαρμόζουν επί της Κούβας τον εμπορικό
αποκλεισμό ο Κάστρο είναι εκ των πραγμάτων δεσμευμένος υπέρ της Σοβιετικής
Ένωσης, στην οποία πουλάει όλη τη ζάχαρη που πρέπει να εξαχθεί και από την
οποία παίρνει όλο το πετρέλαιο που έχει ανάγκη. Είναι το εμπάργκο, λοιπόν, που
βγάζει τον Κάστρο από την ουδετερότητα και όχι η πολιτική του βούληση. Ωστόσο,
η υπερπληθωρική και υπερσυναισθηματική επαναστατική πολιτική βούληση που ο
Κάστρο έχει κληρονομήσει από τον πιο στενό του συνεργάτη και φίλο, τον Γκεβάρα,
θα μπορούσε να έχει αποτελέσματα αν οι Σοβιετικοί είχαν αποφασίσει διαφορετικά
για το Αφγανιστάν το 1980, αν δεν καθυστερούσαν πάρα πολύ να απεμπλακούν από το
δικό τους Βιετνάμ το 1989 επί Γκορμπατσόφ, αν δεν άφηναν εκεί κάπου 10.000
νεκρούς, αν οι μουσουλμάνοι αντάρτες Μουτζαχεντίν δεν πίστευαν τόσο πολύ και
τόσο φανατικά στο μουσουλμανικό παράδεισο,
πράγμα που κάνει το θάνατο στο
πεδίο της μάχης μια υπόθεση μάλλον επιθυμητή, αν ο Χρουστσόφ δεν ήταν νταής και
δεν εγκαθιστούσε ρωσικούς πυραύλους στην Κούβα το 1961 εκβιάζοντας τον Κάστρο
και δίνοντάς του από την αρχή να καταλάβει πως δεν μπορεί παρά, αργά ή γρήγορα,
να δεθεί στο άρμα κάποιος μεγάλης δύναμης, αν την ίδια χρονιά (1961) οι
Σοβιετικοί δεν έχτιζαν στο Βερολίνο το βλακώδες «τείχος του αίσχους», που
στοίχισε τη ζωή σε 79 ανθρώπους που προσπάθησαν να το καβαλήσουν, αν το 1968
δεν ερχόταν πρόωρα η
περίφημη «άνοιξη της Πράγας»,
αν ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ δεν γινόταν πρόεδρος της Σοβιετικής Ένωσης το 1985, αν
δεν κατέρρεε το σοβιετικό μπλοκ το 1990 και αν δεν διαλυόταν η Σοβιετική Ένωση
το 1991. Αν, μ’ άλλα λόγια, όλα γίνονταν σύμφωνα με τη θέλησή μας θα ελέγχαμε
την ιστορία πιο αποτελεσματικά και από τον Παντοκράτορα θεό των χριστιανών, που
ακόμα κι αυτός δεν τα κάνει όλα όπως θέλει, αφού δίνει στον άνθρωπο το δικαίωμα
να χρησιμοποιεί τη βούλησή του, κι αυτός ο βλακέντιος αντί να τη χρησιμοποιήσει
σε πλαίσια ανθρώπινα το παίζει θεός «ός τα πάνθ’ ορά» και προορά Η βουλησιαρχία
είναι καθαρή μεταφυσική, και σαν τέτοια αδιαφορεί απολύτως για το γεγονός πως η
πολιτική είναι παιχνίδι τουλάχιστον για δύο, ένα σκάκι στο οποίο η κάθε κίνηση
είναι απολύτως εξαρτημένη από την κίνηση του αντιπάλου. Κανένα νησί, ακόμα και
το πιό μικρό, ακόμα και το χαμένο στον Ειρηνικό Τιμόρ δεν είναι πολιτικά
απομονωμένο. Η κομουνιστική Κούβα χρωστάει την κομουνιστική επιβίωσή της στο
σπάνιο ιστορικό γεγονός πως τη διεκδικούσαν ταυτόχρονα για τρεις δεκαετίες και
με μεγάλο πείσμα τρεις μεγάλες δυνάμεις, η ΗΠΑ, η ΕΣΣΔ και η Κίνα Σήμερα
κινείται με τη δύναμη της αδράνειας και την ωστική δύναμη του θαυματουργού
μύθου του Φιντέλ Κάστρο. Η κουβανική επανάσταση κατ’ ουσίαν ήταν η αρχή μιας
εξέγερσης, που δεν ολοκληρώθηκε, της Κεντρικής και της Νότιας Αμερικής κατά της
Βόρειας Αμερικής, και όχι μια προλεταριακή επανάσταση. Ο μαρξισμός θα
χρησιμεύσει στον Κάστρο σαν εργαλείο δουλειάς μετά την επικράτηση της
επανάστασης και όχι σαν καθοδηγητικό πρόγραμμα πριν απ’ αυτήν και κατά τη
διάρκειά της. Άλλωστε, θα δηλώσει πως είναι αφοσιωμένος στις αρχές του
μαρξισμού-λενινισμού μόλις την 1η Δεκεμβρίου 1961, περίπου δύο χρόνια μετά την
κατάληψη της εξουσίας. Ο Κάστρο ξεκίνησε σαν ο νέος λιμπερταδόρ, σαν ο νέος
Σιμόν Μπολίβαρ και στην πορεία έγινε κατ’ ανάγκην ο νέος, ο λατινοαμερικανός Λένιν.
Δεν είχε άλλο τρόπο να επιβάλει τον εκσυγχρονισμό και τις κοινωνικές ανατροπές
που επιθυμούσε.
ΤΙ δηλώνει ο μύθος; Δηλώνει
απλά και καθαρά πως ο μαρξισμός είναι ένα κλειδί που μπορεί να ξεκλειδώσει
πολλές πόρτες, όχι κατ’ ανάγκην προλεταριακές. Αυτός είναι ο λόγος που και οι
ρώσοι και οι κινέζοι θεωρητικοί θα τα μπερδέψουν πολύ με την κουβανική επανάσταση.
Για χρόνια συζητούσαν αν ήταν ή δεν ήταν προλεταριακή, αν συμφωνούσε ή δεν
συμφωνούσε εξαρχής με το μαρξιστικό δόγμα Ωστόσο, όλοι ήξεραν πως την
επανάσταση στην Κούβα την οργάνωσαν οι προοδευτικοί αστοί και την διεκπεραίωσαν
οι εξαθλιωμένοι αγρότες. Έτσι περίπου είχε γίνει και με τα απελευθερωτικά
κινήματα που οργάνωσαν οι λατινοαμερικανοί λιμπερταδόρες (ελευθερωτές) τον
περασμένο αιώνα, έτσι περίπου είχε γίνει και στο Μεξικό με τις αγροτικές επαναστάσεις
του Πάντσο Βίλα και του Εμιλιάνο Ζαπάτα τις δύο πρώτες δεκαετίας του αιώνα μας
και που ήταν τα διεθνή πρόδρομα επαναστατικά φαινόμενα γι’ αυτά που θα
συνέβαιναν αμέσως μετά στην εξίσου
εξαθλιωμένη με το Μεξικό,
Ρωσία του καιρού εκείνου. Δεν είναι τυχαίο που και τη μεξικανική και την
οκτωβριανή επανάστάση την περιέγραψε με τρόπο συναρπαστικό ο ίδιος αμερικανός δημοσιογράφος,
ο Τζων Ρηντ (18871920), ο μόνος ξένος που τάφηκε μαζί με τους άλλους μεγάλους
ήρωες της Οκτωβριανής Επανάστασης στο τείχος του Κρεμλίνου, πίσω από το
μαυσωλείο του Λένιν, στην Κόκκινη Πλατεία Η πείνα, η εξαθλίωση, η κοινωνική
αδικία ούτε χρώμα έχουν, ούτε σύνορα γνωρίζουν. Έχουν, όμως, την ίδια κοινωνικοοικονομική
ρίζα, αυτήν ακριβώς που προσπάθησε να ξεθάψει ο Καρλ Μαρξ σκάβοντας βαθιά στα
απολιθώματα της ιστορίας. Αν σε πολλούς δεν αρέσουν τέτοιου είδους ανασκαφές ή
εκταφές, ας βουλώσουν τη μύτη μέχρι να σκάσουν και ποτέ πια η μπόχα της
ιστορίας να μην τους δημιουργήσει την αίσθηση πως οι σκελετοί που ξεθάβονται
ανήκαν σε δυστυχείς των περασμένων αιώνων, που άλλοι άρπαγες ίσως τους οδήγησαν
πρόωρα στον τάφο.
Και οι πριν απ’ τον Μαρξ και
οι μετά τον Μαρξ επαναστάτες είναι όλοι σεβαστοί για μας. Όλοι αγωνίστηκαν για
την κοινωνική δικαιοσύνη και πολλοί πέθαναν με το όπλο στο χέρι. Ο Μπολίβαρ, ο Μαρτί,
ο Σαντίνο, ο Βίλα, ο Ζαπάτα, ο Κάστρο, ο Γκεβάρα, ο Λένιν, ο Στάλιν, ο Τρότσκι,
ο Μάο, ο Χο, ο Γκιάπ, ο Αρης, όλοι αυτοί και πάρα πολλοί άλλοι επώνυμοι και
ανώνυμοι είναι δικοί μας άνθρωποι. Ο Πάμπλο Νερούντα (Νερούδα είναι το σωστό)
έγραψε το «Κάντο χενεράλ» (το «Γενικό άσμα») για όλους τους αγωνιστές όλου του κόσμου.
Γι’ αυτό, άλλωστε, και το άσμα λέγεται γενικό. Γι’ αυτό και ο Έλληνας Μίκης
θεοδωράκης μπήκε τόσο βαθιά μέσα στην ψυχή των λατινοαμερικανών επαναστατών
όταν μελοποιούσε το «Κάντο χενεράλ». Η επανάσταση κατά των εκμεταλλευτών αφορά
όλους τους ευαίσθητους και τίμιους ανθρώπους αυτού του κόσμου. Αριστερός είναι
αυτός που είναι σε θέση να επαναστατήσει και όχι μόνο ο κομουνιστής. Η μεγάλη
περιπέτεια του μαρξισμού είναι και προμαρξιστική και μεταμαρξιστική, και
παραμαρξιστική, αφού ο μαρξισμός εμπεριέχει, σαν δυνατότητα ερμηνείας, όλα τα
επαναστατικά γεγονότα όλων των αιώνων. Ο κλασικός μαρξισμός είναι απλώς ένα
σημείο αναφοράς και μια πυξίδα που μας επιτρέπει να μη χανόμαστε όταν περιπλανιόμαστε
στους λαβυρίνθους της ιστορίας.»
Απόσπασμα από το βιβλίο του Βασίλη Ραφαηλίδη «Η μεγάλη περιπέτεια του
μαρξισμού», 1999.